Γ. Κατσίκης: Οδοιπορικό στην Γερμανία του Σήμερα και του Χθες

Ο συγγραφέας μιλά για την Γερμανία στο star.gr και τη Γεωργία Χάρδα

Γ. Κατσίκης: Οδοιπορικό στην Γερμανία του Σήμερα & του Χθες

Ο Γιάννης Κατσίκης μιλάει στη Γεωργία Χάρδα με αφορμή την κυκλοφορία του νέου του βιβλίου με τίτλο «Περιδιαβαίνοντας στη Γερμανία- Σήμερα και Χθες». Πρόκειται για έναν εμπλουτισμένο ταξιδιωτικό οδηγό που μας δίνει τη δυνατότητα να μάθουμε για τις πόλεις, τα χωριά, τα ποτάμια, τα κάστρα.

Ο συγγραφέας αναλύει τις σχέσεις Ελλήνων-Γερμανών ενώ αναφέρεται στο τείχος του Βερολίνου, τη μετανάστευση καθώς και  τα ειδεχθή εγκλήματα κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου που βαραίνουν τους Γερμανούς. Το νέο βιβλίο του Γιάννη Κατσίκη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΑΩ.

Μ. Αθανασοπούλου: Η καραντίνα ήταν μία αφορμή για στροφή στον εσώτερο εαυτό

Τι είναι αυτό που σας κέντρισε για να γράψετε το νέο σας βιβλίο με τίτλο «Περιδιαβαίνοντας στη Γερμανία»;

Δύσκολη η απάντηση. Πριν τρία χρόνια, έπειτα από ένα ταξίδι στο Μόναχο, ένιωσα την παρόρμηση να γράψω για την Γερμανία. Αναρωτήθηκα κι τι με έσπρωξε. Γιατί ν’ ασχοληθώ με τη Γερμανία κι όχι με κάποια χώρα πιο εξωτική, πιο μυστηριώδη στο νου μας; Κατέληξα ότι δεν υπήρξε μόνο ένα κέντρισμα. Πρώτη αφορμή το πορτρέτο της κόρης του Μπότσαρη στην «Πινακοθήκη των Καλλονών» του Νύμφεμπουργκ. Τι γύρευε εκεί, ανάμεσα σε άλλες -αμφιλεγόμενες ή όχι- η κόρη του εθνικού ήρωα; Προστέθηκε το βραβείο που θεσπίστηκε στο όνομα της Θεοφανούς (απονεμήθηκε τότε το πρώτο ή το δεύτερο) που με έσπρωξε να ενδιαφερθώ για τη ζωή της, όπως και οι πληροφορίες που διάβασα τυχαία για το προξενιό του Καρλομάγνου με την Ειρήνη την Αθηναία. Ήρθε στην επιφάνεια και η απωθημένη επιθυμία να γράψω για την εμπειρία ενός «νεαρού» στις Ανατολικογερμανικές γιορτές των είκοσι χρόνων από την ανέγερση του Τείχους. Τελικά έπαιξε καθοριστικό ρόλο η τραυματική εμπειρία ενός «μεσήλικα του 2013» σχετικά με τον ρόλο της Γερμανίας στις απαιτήσεις των δανειστών για τους όρους των μνημονίων. Αυτές υπήρξαν οι αφορμές, τα υπόλοιπα προστέθηκαν αργότερα.

Ο αναγνώστης μαθαίνει σημαντικά στοιχεία για τη Γερμανία του , για τις πόλεις, τα χωριά , τα ποτάμια , τα μουσεία και τις ομορφιές της χώρας. Ποιο είναι το στοιχείο που θέλετε να κρατήσει;

Θέλησα να δείξω, -δεν ξέρω αν το πέτυχα- ότι γερμανικός κόσμος δεν είναι μόνο οι τραυματικές εμπειρίες της Κατοχής και των απαιτήσεων του Σόιμπλε. Ούτε ο πλούτος, όπως νομίζαμε όταν ήμαστε νέοι, αντικρίζοντας μετανάστες και τουρίστες, να επισκέπτονται την Ελλάδα έχοντας ακριβά αυτοκίνητα (τότε ελάχιστοι διέθεταν στη χώρα μας Ι.Χ.), αλλά επίσης ότι πρόκειται για χώρα όμορφή, με υψηλή πολιτιστική στάθμη, βαθύτατα επηρεασμένη από την αρχαία Ελλάδα και ό,τι ονομάζουμε «Βυζαντινό» πολιτισμό (για εκατονταετίες, έμβλημα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους ήταν ο δικέφαλος αετός). Τέλος -αντιφατικό αυτό- πως οι Γερμανοί συνήθως αντιμετωπίζουν φιλικά τους Έλληνες, παρά τα όσα λέγουν και τα δεινά που κατά καιρούς μας επιφύλαξαν.

Συγκρίνοντας τη Γερμανία του χθες με τη Γερμανία του σήμερα ποιες διαφορές εντοπίζετε;

Οι διαφορές είναι πολλές, δυσδιάκριτες με την πρώτη ματιά, δυσκολεύομαι λοιπόν να απαντήσω. Θα αναφέρω μερικές χωρίς η σειρά να σχετίζεται με τη βαρύτητα της καθεμιάς. Πρώτα με εντυπωσίασε η απρόσκοπτη πλέον, χωρίς κόμπλεξ, χρήση των αγγλικών από τους Γερμανούς, ενώ πριν σαράντα χρόνια χρειαζόταν μεγάλη επιμονή για να δεχθούν να μιλήσουν αγγλικά. Στους Έλληνες επίσης δε μπορεί να περάσει απαρατήρητη η σχεδόν πανταχού παρούσα πολυπληθής τουρκική κοινότητα η οποία σαφέστατα μεν αναπτύσσεται οικονομικά, ταυτόχρονα όμως θέλει να κάνει ορατή τη διακριτή παρουσία της. Υπάρχουν άπειρες ακόμα αλλαγές, σε σαράντα χρόνια σχεδόν τα πάντα αλλάζουν, όχι μόνο στη Γερμανία, αλλά οπουδήποτε. Θα αναφέρω την ορατή στον καθένα οικονομική ανάπτυξη, την εκρηκτική άνοδο του τουριστικού ρεύματος (κατά κύριο λόγο από την Άπω Ανατολή και τις αραβικές χώρες), την αισθητή μείωση επίσης της τάξης και καθαριότητας, τη χαλάρωση της τροχαίας, καθώς και τις προσπάθειες να «παντρέψουν», αυτοκίνητο, αυτοκινητοδρόμους και οικολογική ισορροπία. Τα τελευταία αποτελούν στοιχεία μεγαλύτερης σημασίας από τα δύο πρώτα, αλλά η επιπόλαιη ματιά ενός Έλληνα τουρίστα στάθηκε περισσότερο σε όσα ανέφερα στην αρχή.

Τη δεκαετία του 60 μετανάστες ξεκινούσαν από την Ελλάδα με προορισμό τις γερμανικές φάμπρικες. Πόσο εύκολο ήταν να προκόψει κάποιος την περίοδο εκείνη ή να ναυαγήσει; Και πόσο διαφορετική ήταν η μετανάστευση τη δεκαετία της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων;

Έχουμε να κάνουμε με δύο διαφορετικά μεταναστευτικά κύματα που, εκτός από τον προορισμό στην ίδια χώρα, έχουν ελάχιστα κοινά στοιχεία. Το χάσμα, τότε, μεταξύ Γερμανίας και Ελλάδας ήταν μεγαλύτερο του σημερινού και το προφίλ των μεταναστών του «τότε» εντελώς διαφορετικό. Οι περισσότεροι προέρχονταν από αγροτικές περιοχές και ξαφνικά βρέθηκαν στην καρδιά της βιομηχανικής Ευρώπης, έτσι ήταν απείρως δυσκολότερη η προσαρμογή. Σχετικά εύκολο να μην καταφέρει να προσαρμοστεί ο μετανάστης και να ναυαγήσει. με την επιστροφή στην πατρίδα να είναι η καλύτερη κατάληξη του ναυαγού. Παρά ταύτα, η μέγιστη πλειοψηφία -έστω δύσκολα- προσαρμόστηκε στις πρωτόγνωρες συνθήκες ζωής και εργασίας. Ουσιαστικό ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι οι περισσότεροι ήξεραν πως στην πατρίδα δεν είχαν τα μέσα, όχι απλά αξιοπρεπούς ζωής, αλλά ούτε της στοιχειώδους επιβίωσης, έτσι πίεσαν τους εαυτούς τους, προσαρμόστηκαν και τα κατάφεραν. Τελικά εντάχθηκαν στη γερμανική κοινωνία και τα παιδιά τους απέκτησαν καλύτερες συνθήκες ζωής.

Τα χρόνια πέρασαν, έφθασαν τα μνημόνια, το μόνο κοινό με την προηγούμενη περίοδο μετανάστευσης ήταν οι χείριστες οικονομικές συνθήκες στην πατρίδα μας και το σχεδόν αδύνατον εύρεσης εργασίας εδώ. Οι μετανάστες της γενιάς των μνημονίων όμως (με ανώτερες σπουδές στην πλειοψηφία τους) δεν κινούσαν πια για ένα ταξίδι στο «άγνωστο με βάρκα την ελπίδα». Οι περισσότεροι γνώριζαν σε γενικές γραμμές τις συνθήκες της χώρας προορισμού τους και τα προβλήματα που θα αντιμετώπιζαν, για αρκετούς μάλιστα είχαν προηγηθεί ενημερωτικές επισκέψεις. Το ποσοστό επιτυχίας τους επομένως υπήρξε απείρως μεγαλύτερο, σχεδόν το σύνολο, έχει προσαρμοστεί και πετύχει έχοντας πολύ καλές αποδοχές, έστω κι αν νοσταλγούν την Ελλάδα.

10 ποιητικές συλλογές που μόλις κυκλοφόρησαν

Γιάννης Κατσίκης:«Οι Γερμανοί κουβαλούν βαρύ φορτίο ενοχών για τις πράξεις των παππούδων τους στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο»

Γιάννης Κατσίκης:«Οι Γερμανοί κουβαλούν βαρύ φορτίο ενοχών για τις πράξεις των παππούδων τους στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο»

Οι Γερμανοί κουβαλούν ενοχές για τα ειδεχθή εγκλήματα κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Πόσο επισκιάζει τις ομορφιές της Βαυαρίας μια τόσο βαριά κληρονομιά όπως το Νταχάου;

Είναι αναμφισβήτητο, η πλειοψηφία του Γερμανικού λαού κουβαλάει βαρύ φορτίο ενοχών για τις πράξεις των παππούδων της στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, χρέος που δεν έχει παραγραφεί και, νομίζω, θα περάσουν αρκετές ακόμη δεκαετίες πριν ξεχαστούν τα ειδεχθή εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, εγκλήματα που πλήρωσε και ο ελληνικός πληθυσμός με ποταμούς αίματος. Το Μόναχο είναι ομορφότατη πόλη με ιδιαίτερα πλούσιο πολιτιστικό παρελθόν, είναι ωστόσο και το λίκνο του ναζισμού, κάτι που δεσπόζει στο νου του ξένου επισκέπτη μόλις θυμηθεί τη λέξη Νταχάου.

Ακόμη κι αν δεν επισκεφτεί το περιβόητο στρατόπεδο, οι συνειρμοί της απάνθρωπης βίας ζωντανεύουν. Σε τούτη την όμορφη πόλη, γεννάται στο νου μου ένα αναπάντητο ερώτημα: Ποια διαδικασία μετατρέπει ένα ανθρώπινο ον υψηλής πολιτισμικής στάθμης σε απάνθρωπο κτήνος; Επομένως -τουλάχιστον για μένα- αυτό που ρωτάτε είναι πραγματικότητα. Ναι η κληρονομιά του Νταχάου επισκιάζει πολλά. Ευτυχώς, η ομορφιά βρίσκεται παντού και τις περισσότερες ώρες σε κάνει να λησμονείς την βαρβαρότητα.

Στο βιβλίο σας κάνετε αναφορά σε ένα από τα πιο διάσημα κεφάλαια της σύγχρονης ιστορίας ,στην πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Τι σηματοδότησε η νέα αυτή εποχή;

Η πτώση του Τείχους δε νομίζω πως ήταν απλά ένα περιστατικό, μια απλή συνέπεια της Περεστρόικας του Γκορμπατσόφ. Η επανένωση της Γερμανίας και η ενσωμάτωση Ανατολικής και Δυτικής Ευρώπης, θεωρώ, σηματοδοτεί την αρχή της ιστορίας του σήμερα. Αποτελεί πολιτιστικό συμβάν που επηρεάζει άμεσα τον τρόπο του σκέπτεσθαι και τον τρόπο που βλέπει τον κόσμο ο μέσος ευρωπαίος πολίτης. Ίσως είναι σημαδιακό, δύο μεγάλες περίοδοι της σύγχρονης ιστορίας γεννήθηκαν και οι δύο στο Βερολίνο, τόσο η προηγούμενη του Ψυχρού Πολέμου, όσο και η τωρινή της ενιαίας Ευρώπης. Η πτώση του Τείχους σημάδεψε ανεξίτηλα τα τριάντα προηγούμενα χρόνια, αλλά και σήμερα, παρά τον πόλεμο στην Ουκρανία, εκεί αναφερόμαστε σχετικά με την Ευρωπαϊκή Ένωση των τριάντα πλέον χωρών.

Συνέντευξη μ' ένα «φάντασμα»

Θεωρείτε ότι ο σύγχρονος ελληνικός τρόπος ζωής έχει επίδραση στο γερμανικό πληθυσμό;

Πιστεύω ότι είναι αναμφισβήτητο, θέλω μάλιστα να τονίσω πως ο ελληνικός τρόπος ζωής δεν επέδρασε μόνο στο γερμανικό πληθυσμό αλλά σχεδόν στο σύνολο της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης. Το βλέπουμε από διάφορα στοιχεία, άσχετα μεταξύ τους στην πρώτη ματιά. Θα σταθώ μόνο σε δύο που μπορεί να διακρίνει ο καθένας. Στο γεγονός ότι πολλοί, κυρίως Γερμανοί ή Βρετανοί, αποκτούν δεύτερη κατοικία στην Ελλάδα και μένουν σ’ αυτήν μεγάλα χρονικά διαστήματα, κάποιες φορές χρόνια ολόκληρα, συγχρόνως μαθαίνουν τη γλώσσα και τις συνήθειές μας. Έχω συναντήσει αρκετούς, εκτός Ελλάδας μάλιστα. Πιστεύω πως αυτή η επιλογή δεν οφείλεται μόνο στο κλίμα και τα «τουριστικά» αξιοθέατα, αλλά επηρεάζεται ουσιαστικά από τον ελληνικό τρόπο ζωής, που φέρνει μεν μικρότερες οικονομικές απολαβές, αλλά συγχρόνως είναι πιο «ανθρώπινος». Κανείς δεν κατοικεί για μεγάλο χρονικό διάστημα σε τόπο όπου η νοοτροπία των κατοίκων και ο τρόπος ζωής δεν του ταιριάζει. Ένα δεύτερο γεγονός είναι η μεγάλη διάδοση ελληνικών προϊόντων διατροφής στην Ευρώπη. Σήμερα είναι πολύ γνωστά η φέτα, το ελληνικό γιαούρτι, η ελληνική σαλάτα (με αυτό το όνομα εννοούν τη χωριάτική τοματοσαλάτα), το σουβλάκι και άλλα, ενώ πριν σαράντα χρόνια όλα αυτά ήσαν παντελώς άγνωστα. Θεωρώ, βέβαια, ότι η διατροφή αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του τρόπου ζωής ενός πληθυσμού.

Ποια είναι τα επόμενα λογοτεχνικά σας σχέδια;

Όπως συνήθως, σχέδια υπάρχουν αρκετά, περισσότερα από εκείνα που μπορώ να φέρω σε πέρας. Θέλω κυρίως να ασχοληθώ με δύο, ένα ταξιδιωτικό κείμενο για το Κατμαντού του 1990, που με είχε εντυπωσιάσει ιδιαίτερα καθώς βρισκόταν ακόμη στον δέκατο ένατο αιώνα, χωρίς σημάδια εκσυγχρονισμού. Το δεύτερο είναι το σχέδιο μιας μυθιστορηματικής βιογραφίας για τον Πέδρο δε Κάνδια, έναν Έλληνα που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην κατάκτηση της αυτοκρατορίας των Ίνκας και επομένως στην ιστορία της Λατινικής Αμερικής. Με εξαίρεση το άγνωστο πραγματικό όνομά του, διασώζεται όλη η δράση του. Ήταν τόσο πλούσια, με άπειρες περιπέτειες που είναι σχεδόν ακατόρθωτο να χωρέσει στα όρια του τόμου ενός μυθιστορήματος, αλλά θεωρώ χρέος να ασχοληθώ μαζί του, όπως και με τους άλλους Έλληνες εξερευνητές του 16ου αιώνα.


Λίγα λόγια για τον συγγραφέα:
Ο Γιάννης Κατσίκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1950 και εργάστηκε στο Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών ως Γεωλόγος-Πετρολόγος, επίσης, για ένα μικρό χρονικό διάστημα τριών ετών, διετέλεσε εκπαιδευτικός. Ασχολήθηκε κυρίως με την Ηλεκτρονική Μικροσκοπία, τους δομικούς λίθους αρχαίων μνημείων – τεχνικών έργων και την Βιο-ορυκτολογία. Γράφει ταξιδιωτικά αφηγήματα και νουβέλες. Στις εκδόσεις ΑΩ κυκλοφορεί η συλλογή διηγημάτων «Η Μαύρη Σκιά της Εδέσσης» και τα ταξιδιωτικά «Ἐν Ταπροβάνῃ» και «Ένα εικοσιτετράωρο στην Αντίς Αμπέμπα».

Διαβάστε όλα τα lifestyle νεα, για Celebrities και Media.
Follow us:

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Back to Top