Καλάβρυτα 1943: Η αλήθεια για το Ολοκαύτωμα μέσα από αφηγήσεις επιζώντων

Δύο 91χρονοι επιζώντες περιγράφουν στο star.gr τη Σφαγή των Καλαβρύτων

Όλα όσα είπε ο 91χρονος Σωτήρης Θανόπουλος, ο οποίος στις 13 Δεκεμβρίου του 1943 ήταν έγκλειστος στο δημοτικό σχολείο Καλαβρύτων 

Στις 13 Δεκεμβρίου του 1943, τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής έθεσαν σε εφαρμογή την «Επιχείρηση Καλάβρυτα», πραγματοποιώντας μία από τις μεγαλύτερες θηριωδίες του Β’ Παγκόοσμίου Πολέμου. Οι στρατιώτες της 117ης Μεραρχίας Καταδρομών συγκέντρωσαν τον ντόπιο πληθυσμό στο δημοτικό σχολείο και αφού χώρισαν σε διαφορετικές αίθουσες τους άνδρες από τα γυναικόπαιδα, οδήγησαν με δόλο στον λόφο του Καπή και εκτέλεσαν περίπου 600 Καλαβρυτινούς, άνω των 13 ετών.

Οι Γερμανοί σκότωσαν σχεδόν όλους τους άνδρες των Καλαβρύτων, επιδόθηκαν σε ένα πρωτοφανές πλιάτσικο στις περιουσίες και στη συνέχεια πυρπόλησαν τα σπίτια και τα κτίρια της πόλης. Κανένας από τους υπευθύνους του Ολοκαυτώματος των Καλαβρύτων δε λογοδότησε στη Δικαιοσύνη (φωτ. AP)

«Εκείνη τη Δευτέρα δε θα την ξεχάσουμε ποτέ», λένε οι 91χρονοι σήμερα Σωτήρης Θανόπουλος και Γιώργος Δημόπουλος, οι οποίοι περιέγραψαν στο star.gr τη φρίκη που έζησαν στο Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων.

«Χτύπησε η καμπάνα το πρωί... Η διαταγή ήταν “κουβέρτα και ψωμί για μία μέρα”. Οι Γερμανοί έδωσαν διαταγή να βρεθούμε όλοι, εντός μιας ώρας, στο σχολείο. Διαφορετικά, όποιος εντοπιζόταν θα τουφεκιζόταν επί τόπου. Ήμασταν 13 χρονών παιδιά στο σχολείο του θανάτου», είπε ο κ. Δημόπουλος.

Ο Γιώργος Δημόπουλος, επιζών της σφαγής των Καλαβρύτων, το 2015 φωτογραφίστηκε δίπλα στο πορτρέτο του εκτελεσθέντος πατέρα του (τέταρτη σειρά, πέμπτη στήλη) (φωτ. AP)

Σύμφωνα με τον κ. Θανόπουλο η σφαγή των Καλαβρύτων, έγινε ως αντίποινα για την εκτέλεση αιχμαλώτων Γερμανών στρατιωτών από τον ΕΛΑΣ.

«13 Δεκεμβρίου 1943! Αυτή η μέρα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορική μάχη της Κερπινής, όπου κατόρθωσαν οι αντάρτες και συνέλαβαν 81 Γερμανούς. Έπειτα έπεσε το ηθικό των Γερμανών. Στις 12 Δεκεμβρίου τις πρωινές ώρες έφτασαν στο σημείο όπου (στις 7 Δεκεμβρίου) είχαν εκτελεστεί οι Γερμανοί αιχμάλωτοι. Την επόμενη ημέρα έγινε η εκτέλεση στα Καλάβρυτα» είπε, ξεκινώντας τη δική του διήγηση.

 Ο Σωτήρης Θανόπουλος, στις 13 Δεκεμβρίου του 1943 ήταν έγκλειστος στο δημοτικό σχολείο Καλαβρύτων

Ο Σωτήρης Θανόπουλος, στις 13 Δεκεμβρίου του 1943 ήταν έγκλειστος στο δημοτικό σχολείο Καλαβρύτων

«Όταν οι Γερμανοί μπήκαν στα Καλάβρυτα ζήτησαν τα ονόματα των ανταρτών. Μετά άρχισαν να καίνε μερικά σπίτια των ανταρτών οπότε είπαμε “θα κάψουν και το δικό μας”. Είχαμε αρχίσει να εκκενώνουμε το σπίτι, όταν οι Γερμανοί συνέλαβαν τον πατέρα μου και τον μεγαλύτερο αδερφό μου τον Μίμη (23 χρόνων, επειδή ο άλλος μου αδερφός ήταν αντάρτης. Την ημέρα που χτύπησε η καμπάνα, τον πατέρα μου τον άφησαν ελεύθερο στο δημοτικό σχολείο. Τον αδερφό μου όμως τον πήραν μαζί τους.

Φεύγοντας με τη μητέρα μου από το σπίτι για το σχολείο, συνάντησα τον πατέρα μου έξω από το εκκλησάκι της Αγίας Κυριακής, στην πλατεία και μου είπε, “Eμένα με άφησαν ελεύθερο, τον Μίμη όμως τον πήραν και φοβάμαι μήπως του κάνουν κανένα κακό”», είπε.

Ήρωας του ΄40 περιγράφει στο star.gr πώς είναι να πολεμάς στην πρώτη γραμμή

«Εγώ ήμουν κοντός και είχα την τύχη να πάω στην αίθουσα με τις γυναίκες»

Συνεχίζοντας την εξιστόρησή του ο κ. Θανόπουλος περιέγραψε την εικόνα που αντίκρισε όταν έφτασε, από τους τελευταίους, στο δημοτικό σχολείο, όπου ήδη είχαν συγκεντρωθεί οι Καλαβρυτινοί. 

«Όταν έφτασα είδα τον πατέρα μου στο παράθυρο της δευτέρας δημοτικού. Πλέον είχε τελειώσει η διαλογή, δεξιά οι άντρες, αριστερά τα γυναικόπαιδα. Εγώ είπα, “Θα πάω μαζί με τον πατέρα μου”. 

Αφού συγκέντρωσαν τον ντόπιο πληθυσμό στο δημοτικό σχολείο, οι Γερμανοί προχώρησαν στον διαχωρισμό του. Οι άνδρες άνω των 13 ετών και τα γυναικόπαιδα οδηγήθηκαν σε ξεχωριστές αίθουσες

Αφού συγκέντρωσαν τον ντόπιο πληθυσμό στο δημοτικό σχολείο, οι Γερμανοί προχώρησαν στον διαχωρισμό του. Οι άνδρες άνω των 13 ετών και τα γυναικόπαιδα οδηγήθηκαν σε ξεχωριστές αίθουσες (φωτ. eurokinissi)

Στον διάδρομο δεν ήταν κανείς, παρά μόνο ένας Γερμανός, ο οποίος μου έκανε νόημα με τα χέρια του να φύγω. Πήγα να ανοίξω την πόρτα, το πόμολο όμως λόγω φθοράς δεν άνοιξε. Δεν ήταν κλειδωμένες οι πόρτες. Καμία πόρτα δεν ήταν κλειδωμένη. Όταν αυτός είδε ότι εγώ επέμενα, με άρπαξε από το χέρι και μου έδωσε μία σπρωξιά. Οπότε έφυγα και πήγα να παραπονεθώ στη μητέρα μου για το συμβάν.

Το Δημοτικό Μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος, στεγάζεται σήμερα στο δημοτικό σχολείο όπου το 1943 οι Ναζί συγκέντρωσαν και στη συνέχεια διαχώρισαν τις οικογένειες των ντόπιων, οδηγώντας τον ανδρικό πληθυσμό άνω των 13 ετών στην εκτέλεση (φωτ. eurokinissi) 

Το Δημοτικό Μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος, στεγάζεται σήμερα στο δημοτικό σχολείο όπου το 1943 οι Ναζί συγκέντρωσαν και στη συνέχεια διαχώρισαν τις οικογένειες των ντόπιων, οδηγώντας τον ανδρικό πληθυσμό άνω των 13 ετών στην εκτέλεση (φωτ. eurokinissi)

Όχι, ότι μου έκανε χάρη. Οι Γερμανοί έκαναν τη διαλογή και ήταν στην ευχέρεια του καθενός να υπολογίσει πώς βλέπει το κάθε πρόσωπο, αν είναι παιδί κάτω από 12- 13 χρονών, αν είναι μεγάλος... Εγώ ήμουν κοντός και είχα αυτή την τύχη. Όχι ότι μου έκανε χάρη. Κατά την κρίση του θα μπορούσε να μου πει “Nαι! Έμπα και εσύ μέσα στην τάξη” (με τους άνδρες)», είπε ο κ. Θανόπουλος περιγράφοντας πώς γλύτωσε από την εκτέλεση. 

Χάιντς Κούνιο: Επέζησε από τo Ολοκαύτωμα, νίκησε και τον κορωνoϊό

Την ίδια ώρα, ο κ. Δημόπουλος βρισκόταν σε μία άλλη αίθουσα του δημοτικού σχολείου.

«Όταν μπήκαμε στις αίθουσες δε χωρούσαμε. Ήταν κατάμεστοι οι χώροι. Θυμάμαι που στεκόμασταν πίσω από την πόρτα με το ένα πόδι, γιατί δεν είχαμε την ευχέρεια να ακουμπήσουμε το δεύτερο.

Όλα όσα είπε ο 91χρονος Γιώργος Δημόπουλος, ένας από τους τελευταίους εν ζωή, έγκλειστους στις 13ης Δεκεμβρίου του 1943 στο δημοτικό σχολείο Καλαβρύτων

Ήμασταν από 150 μέχρι και 200 άτομα στοιβαγμένοι σε μία αίθουσα. Μέσα σε αυτές τις αίθουσες γινόταν πανζουρλισμός. Έβλεπες παιδιά να κλαίνε, να τρομοκρατούνται, να φοβούνται», περιέγραψε ο κ. Δημόπουλος.

Εκθέματα στο μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος

Εκθέματα στο μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος

«Ουρλιάζαμε όλοι να βγούμε έξω! Ανοίξαμε το παράθυρο και κρεμαστήκαμε για να βγούμε από το σχολείο»

Συνεχίζοντας τη διήγησή του ο κ. Θανόπουλος, περιέγραψε τις στιγμές του τρόμου και του πανικού που επικράτησαν κατά την έξοδο των γυναικόπαιδων από το κτίριο του δημοτικού σχολείου. 

«Στις 12:00 έριξαν τη φωτοβολίδα από την ταράτσα του σπιτιού του Αναστασοβίτη για να αρχίσει η εκτέλεση. Την ίδια ώρα είχε φτάσει η φωτιά σχεδόν γύρω από το δημοτικό σχολείο. Τα σπίτια που καίγονταν δίπλα μας ήταν διώροφα. Είχαν λαμπαδιάσει και οι φλόγες αυτές και η θερμοκρασία που δημιουργήθηκε πέριξ του σχολείου, μας δημιούργησε έναν πανικό που ουρλιάζαμε όλοι να βγούμε έξω.

Γερμανικά κράνη και πολυβόλο στο μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος

«Τη στιγμή που βγήκαμε εμείς από το σχολείο είχαν τελειώσει οι Γερμανοί την εκτέλεση. Είχαν ρίξει τις χαριστικές βολές και επέστρεφαν για αναχώρηση», είπε ο κ. Δημόπουλος (φωτ. eurokinissi)

Από τη στιγμή που δημιουργήθηκε ο φόβος ότι τα σπίτια γύρω μας καίγονταν και αισθανόμασταν πλέον αυτή την ασφυξία από την κάπνα, μας έπιασε πανικός και ανοίγαμε παράθυρα και πόρτες. Ωστόσο, όλες οι πόρτες του σχολείου άνοιγαν προς τα μέσα. Όλοι είχαν στριμωχτεί και πώς θα άνοιγε η πόρτα αν δεν έκαναν πίσω για να ανοίξει; Τελικά έκαναν πίσω, άνοιξε η πόρτα και βγήκαν. 

Εγώ ήμουν με τη μητέρα μου. Μου λέει “Δεν μπορούμε να βγούμε από την πόρτα, δεν βλέπεις τι γίνεται...;”. Ανοίξαμε το παράθυρο και κρεμαστήκαμε για να μειώσουμε το ύψος. Θα ήταν 2,5 μέτρα περίπου. 

Όλοι πηδούσαν από τα παράθυρα και τις πόρτες. Καθώς βγαίναμε από το σχολείο είχαμε και μία απώλεια. Μία γυναίκα που λεγόταν Κρίνα Τσαβαλά, στριμώχτηκε, έπεσε κάτω και ποδοπατήθηκε. Δεν είχαμε όμως κάποιον άλλον τραυματισμό», είπε ο κ. Θανόπουλος.

Ο Γιώργος Δημόπουλος όπως είναι σήμερα, στα 91 του. To 1943, την ημέρα του Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος υπήρξε έγκλειστος στο δημοτικό σχολείο των Καλαβρύτων

Ο 91χρονος Γιώργος Δημόπουλος, μίλησε στο star.gr για το Ολοκαύτωμα στα Καλάβρυτα

Τι λένε οι αυτόπτες μάρτυρες για τις ανακρίβειες της ταινίας

Τόσο ο κ. Δημόπουλος όσο και ο κ. Θανόπουλος, κατηγορούν τους συντελεστές της ταινίας «Καλάβρυτα 1943», που περιγράφει το Ολοκαύτωμα, για ιστορικές ανακρίβειες, που παραποιούν, όπως λένε, τα γεγονότα και προσβάλλουν τόσο τη μνήμη των νεκρών, όσο και τους ίδιους που τα έζησαν. Η ταινία αναβιώνει, όπως λένε τον μύθο του «καλού Ναζί στρατιώτη» που δήθεν άνοιξε την πόρτα του φλεγόμενου σχολείου και έσωσε τα γυναικόπαιδα. Ωστόσο, σύμφωνα με τους ίδιους, που ήταν αυτόπτες μάρτυρες των γεγονότων, τα πράγματα δεν έγιναν έτσι.  

«Έξω από το σχολείο ήταν Γερμανοί και πολλοί από αυτούς κάθονταν κάτω σταυροπόδι και περίμεναν το τρένο για να πάνε προς το Διακοφτό. Υπήρχαν και άλλοι, γύρω από το δημοτικό σχολείο. Δεν πείραξαν κανέναν..

Πώς δημιουργήθηκε λοιπόν αυτός ο μύθος δεν μπορώ να καταλάβω, ότι ήταν κάποιος Αυστριακός εκεί και βοήθησε και άνοιξαν οι πόρτες για να βγουν τα γυναικόπαιδα για να μην τα κάψουν», είπε ο κ. Θανόπουλος.

Το μνημείο για τους εκτελεσθέντες Καλαβρυτινούς, στο σημείο όπου τους γάζωσαν οι Ναζί το 1943, στο Λόφο του Καπή (φωτ. eurokinissi)

Το μνημείο για τους εκτελεσθέντες Καλαβρυτινούς, στο σημείο όπου τους γάζωσαν οι Ναζί το 1943, στο Λόφο του Καπή (φωτ. unsplash/
Panagiotis Misdeal)

Σύμφωνα με τον ίδιο, πρόθεση των Γερμανών δεν ήταν να βλάψουν τα γυναικόπαιδα που έμειναν στο σχολείο, αλλά να τα χρησιμοποιήσουν ως “ομήρους- ενέχυρο” του ανδρικού πληθυσμού, που οδηγήθηκε για εκτέλεση στον λόφο του Καπή. 

«Οι 13 διασωθέντες από την εκτέλεση μας είπαν μετά, “Σκεφτήκαμε να κάνουμε μία κίνηση (να αντισταθούμε) και τι θα γινόταν τότε; Αυτό θα είχε επιπτώσεις στα γυναικόπαιδα...”. 

Όταν όμως τελείωσε η εκτέλεση οι Γερμανοί δε μας πείραξαν και μας άφησαν. Αν ήθελαν να μας κάψουν θα το έκαναν. Βγήκαμε και (μετά) έβαλαν φωτιά στο πάτωμα και έκαψαν το σχολείο.

Οι Γερμανοί έβλεπαν ότι βγαίναμε από τα παράθυρα, από τις πόρτες... δεν είχαν καμιά διαταγή για να επεκτείνουν την καταστροφή. Είχαν βγει όλοι έξω πλέον... Τάχα έπιασε φωτιά το σχολείο και βγήκε ο άλλος από τις φλόγες... Τίποτα από όλα αυτά δεν έγινε.

12/10/1944: Όταν η Αθήνα απελευθερώθηκε από τους Ναζί

Αν είχαν σκοπό να επεκτείνουν το έγκλημα, ήταν πολύ απλό, δε θα σε άφηναν να βγεις. Θα μπορούσαν άνετα. Oι Γερμανοί ήταν απ’ έξω, όπλα είχαν, αν τολμούσε να βγει κανείς από το σχολείο θα τον κρατούσαν μέσα.

Για εμάς που έχουμε ζήσει και δεν μπορούμε να τα ξεχάσουμε αυτά, δεν υπάρχει τέτοιο θέμα. Δηλαδή ο Γερμανός τι έκανε; Άνοιξε την πόρτα και τι έγινε αφού άνοιξε την πόρτα; Ότι δηλαδή μας έδωσε ο Γερμανός; Μην τρελαθούμε...Οι Γερμανοί είχαν μία εντολή, να γίνει αυτή η εκτέλεση», είπε.

Τα πολυβόλα θέρισαν τους Καλαβρυτινούς, ενώ στη συνέχεια οι Γερμανοί ολοκλήρωσαν το έγκλημά τους, δίνοντας στους τραυματίες τη χαριστική βολή

Τα πολυβόλα θέρισαν τους Καλαβρυτινούς, ενώ στη συνέχεια οι Γερμανοί ολοκλήρωσαν το έγκλημά τους, δίνοντας στους τραυματίες τη χαριστική βολή (φωτ. eurokinissi)

Στον τόπο της σφαγής

Η φωνή του κ. Θανόπουλου «έσπασε», όταν άρχισε να διηγείται πώς οι επιζώντες του Ολοκαυτώματος πληροφορήθηκαν την εκτέλεση των ανδρών στον λόφο του Καπή και πώς στη συνέχεια κάθε οικογένεια έψαχνε στο σωρό να βρει, μέσα στα αίματα και τις λάσπες, τους δικούς της ανθρώπους. 

«Όλοι εκτελέστηκαν μετά τις 12:00 το μεσημέρι. Όταν λοιπόν βγήκαμε από το σχολείο, όσοι είχαν σπίτια προς την πλευρά του νεκροταφείου πήραν εκείνη τη διεύθυνση και κάποιοι είδαν και τους Γερμανούς που κατέβαιναν από την εκτέλεση.

Μάλιστα ένας φίλος μου, ο Γιώργος Λυμπέρης, μου είπε, “Τον πατέρα μου τον έφερε η μητέρα μου δύο ώρες μετά από την εκτέλεση και μου είπε, “Γιώργο έλα να δεις τον πατέρα σου για τελευταία φορά...”.

Εμείς με τη μητέρα μου μάθαμε το βράδυ ότι τους εκτέλεσαν. Την άλλη μέρα ανηφορίσαμε να πάμε πάνω, στο σημείο της εκτέλεσης. Πού να πατήσεις; Ο ένας ήταν πάνω στον άλλον... δεν είχες πού να πατήσεις. Να πατήσεις επάνω στις σορούς; Βοηθήσαμε άλλες θείες, γιατί δεν υπήρχαν πλέον θείοι... να τους μεταφέρουμε με την κουβέρτα στο νεκροταφείο, να αραιώσει και ο σωρός.

Το Πάνθεον με τους εκτελεσθέντες στο μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος (φωτ. eurokinissi)

Το Πάνθεον με τους εκτελεσθέντες στο μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος (φωτ. eurokinissi)

Μετά το μεσημέρι, είχε πάει η ώρα τρεις, θυμάμαι ότι μπορούσε μέσα στις σορούς, να πατήσει το πόδι μου σε έδαφος. Κάτω ήταν γεμάτο λάσπη από τα αίματα κτλ. Ψάχνοντας, μου λέει η μητέρα μου, “Να, ο πατέρας σου!”.

Ήταν στο επάνω μέρος της εκτελέσεως και δίπλα του ήταν ο διευθυντής της Εθνικής Τραπέζης. Λίγο πιο πέρα ήταν και ο υδραυλικός του δήμου, που ακόμη είχε μαζί του ένα μεγάλο κλειδί, σαν τιμόνι αυτοκινήτου, που άνοιγε και έκλεινε το νερό του υδραγωγείου.

Τον πατέρα μου, μία σφαίρα τον είχε πάρει στο παπούτσι πίσω στη φτέρνα, τίποτα σχεδόν και η άλλη ήταν η χαριστική βολή στο μέτωπο. Από το σαγόνι και πάνω δεν υπήρχε τίποτα…

Ένας από τους 13 διασωθέντες ήταν ο Αργύρης Φερλελής, 16 χρονών ήταν. Του λέω, “Τι έγινε ρε Αργύρη”; Μου λέει, “Τους είδα που έρχονταν να μας δώσουν τη χαριστική βολή και έλεγα στον άλλον μη κουνιέσαι, μη κουνιέσαι. Εκείνη τη στιγμή που έβγαλε το όπλο για να πυροβολήσει εμένα, εγώ στηριζόμουν στην πλάτη του διπλανού μου. Αυτός κουνήθηκε εκείνο το δευτερόλεπτο...”. Η σφαίρα δεν πήρε τον Αργύρη και έτσι επέζησε», είπε.

Τα ματωμένα χαρτονομίσματα που βρέθηκαν στην τσέπη του εκτελεσθέντος πατέρα του Γιώργου Δημόπουλου. Βάφτηκαν με αίμα καθώς τα είχε μαζί του όταν τον γάζωσαν τα γερμανικά μυδράλια. Δεξιά στη φωτογραφία βλέπουμε τον ίδιο με τον πατέρα του Δήμο (φωτ. Γιώργος Δημόπουλος)

Τα ματωμένα χαρτονομίσματα που βρέθηκαν στην τσέπη του εκτελεσθέντος πατέρα του Γιώργου Δημόπουλου. Βάφτηκαν με αίμα καθώς τα είχε μαζί του όταν τον γάζωσαν τα γερμανικά μυδράλια. Δεξιά στη φωτογραφία βλέπουμε τον ίδιο με τον πατέρα του Δήμο (φωτ. Γιώργος Δημόπουλος)

Η ταφή των Καλαβρυτινών

Στο νεκροταφείο των Καλαβρύτων διαδραματίστηκε μία ακόμη σκηνή βγαλμένη από αρχαίο δράμα, καθώς οι μαυροφορεμένες χήρες έπρεπε να θάψουν μόνες τους, παιδιά και συζύγους.

«Επάνω στον τόπο της εκτέλεσης, ο καθένας είχε μαζί του μια κουβέρτα και τροφή για μία ημέρα (σύμφωνα με την πρωϊνή διαταγή των Γερμανών). Αυτή την κουβέρτα χρησιμοποιήσαμε όλοι για να τους κατεβάσουμε κάτω. Δεν υπήρχε άλλο μέσο. Πήγαινε ένας μπρος και δύο πίσω. Έτσι τους μεταφέραμε πάνω στην κουβέρτα και μετά την αναποδογυρίζαμε

Η σύνθεση με τίτλο «ΟΧΙ ΑΛΛΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ», έργο του γλύπτη Νίκου Δημόπουλου, στο προαύλιο του Μουσείου Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος

Η σύνθεση με τίτλο «ΟΧΙ ΑΛΛΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ», έργο του γλύπτη Νίκου Δημόπουλου, στο προαύλιο του Μουσείου Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος. Αμούστακα αγόρια και γυναίκες κουβάλησαν, τις σορούς των ανδρών από τον τόπο της εκτέλεσης πάνω στις κουβέρτες που είχαν μαζί τους (eurokinissi)

Τους πήραμε στο νεκροταφείο και εκεί αντιμετωπίσαμε τη δυσκολία να βρούμε μέρος. Τελικά βρήκαμε κάπου στην άκρη και λέω, “Μαμά να το πιάσουμε αυτό το μέρος, να μην προλάβει κανένας άλλος και το χάσουμε...”.

Περνώντας για να πάμε εκεί που είναι τώρα ο τάφος του πατέρα μου, είδαμε την οικογένεια Νικολάου, η οποία είχε φέρει τους δικούς της... Ήταν τέσσερα παιδιά, ο πατέρας και ο γαμπρός τους, έξι στο σύνολο. Αυτοί είχαν πιάσει όλοι ένα χώρο, φανταστείτε έξι άτομα στη σειρά.

Η μητέρα μου έκανε τότε ένα νόημα και μου είπε, “Για κοίταξε δίπλα... τουλάχιστον, εσείς ζήσατε τρία αδέρφια...”. Ήταν σαν να μου έλεγε, “Κοίτα! Υπάρχουν και χειρότερα”», είπε ο κ. Θανόπουλος.

Έκθεμα στο μουσείο του Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος (φωτ. eurokinissi)

Έκθεμα στο μουσείο του Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος (φωτ. eurokinissi)

«Μετά τη σφαγή κοιμηθήκαμε στο κοτέτσι»

Πριν και μετά από την εκτέλεση των Καλαβρυτινών οι Γερμανοί λεηλάτησαν τις περιουσίες τους και έκαψαν συθέμελα τα σπίτια στα Καλάβρυτα. Πεινασμένες οι χήρες, που μόλις είχαν θάψει με τα ίδια τους τα χέρια τους δικούς τους ανθρώπους στο νεκροταφείο, έψαχναν με τα μικρά παιδιά τους ένα καταφύγιο για να περάσουν το βράδυ.

«Εκείνο το βράδυ δεν είχαμε πού να κοιμηθούμε. Είχαμε ένα κτήμα ακριβώς έξω από τα Καλάβρυτα, όπου βάζαμε τα εργαλεία μας. Εκεί μαζεύτηκαν και κάποιες γυναίκες από την περιοχή. Είχαμε και ένα κοτέτσι απέξω, όπου βάζαμε κάποτε κότες, αλλά μας τις είχε φάει η αλεπού. 

Εκεί γονατίσαμε για να μπούμε μέσα με τη μητέρα μου και δύο θείες μου. Εκεί τη βγάλαμε... Κρατήσαμε και το ψωμί που βρήκαμε επάνω στον πατέρα μου, το πλύναμε σε μία πηγή που υπήρχε εκεί κοντά και το φάγαμε, όπως και τόσοι άλλοι έκαναν», είπε ο κ. Θανόπουλος.

Γερμανικό αυτόματο όπλο στο μουσείο του Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος (φωτ. eurokinissi)

Γερμανικό αυτόματο όπλο στο μουσείο του Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος (φωτ. eurokinissi)

«Ήμουν 6 χρόνων όταν είδα τον Γερμανό να βγάζει το πιστόλι και μπαμ, μπαμ, μπαμ!»

Ερωτώμενος σχετικά, ο κ. Θανόπουλος περιέγραψε και για την τύχη του αδερφού του, Μίμη, ο οποίος είχε συλληφθεί από τους Γερμανούς μία ημέρα πριν, αλλά δεν είχε εκτελεστεί μαζί με τους υπόλοιπους άνδρες στον λόφο του Καπή.

«Τον αδερφό μου τον Μίμη τον είχαν πάρει μαζί τους οι Γερμανοί μαζί με πλιάτσικο, στο ποτάμι κάτω όπου είχαν αφήσει τα φορτηγά για να φύγουν. Από εκεί τον Μίμη τον πήραν σε ένα άλλο καλύβι προς την πλευρά της Αγίας Λαύρας. Εκεί ήταν τρία αδέρφια, οι Κατσικόπουλοι. Αυτοί είδαν που ανέβαιναν οι Γερμανοί με τα όπλα. Τα δύο αδέρφια είπαν, “Δε θα φύγουμε, θα μείνουμε”. Ο τρίτος όμως πήρε μια γίδα, έφυγε στα 200 μέτρα και λούφαξε. Αυτός γλίτωσε. 

Τα δύο αδέρφια τα πήραν μαζί τους οι Γερμανοί και τα εκτέλεσαν μαζί με τον αδερφό μου, σε ένα αγροτόσπιτο, παρουσία μιας οικογένειας που είχε δυο- τρία παιδιά. Μάλιστα, μετά τους έκαψαν. 

Όταν εγώ πήγα στην Αυστραλία το 1955- 56, κάποια στιγμή ήρθαν συγγενείς των Ελλήνων μεταναστών. Ανάμεσα τους ήρθαν και δύο κοπέλες από τα Καλάβρυτα. Όταν η μία άκουσε το όνομά μου, γύρισε και μου είπε, “Θανόπουλος; Ήμουν παρούσα... Ήμουν 6 χρόνων τότε. Μας κρατούσε η μάνα μας από το χέρι όταν είδαμε τον Γερμανό που έβγαλε το πιστόλι και μπαμ, μπαμ, μπαμ. Tους σκότωσε και τους τρεις και μετά έβαλε φωτιά και τους έκαψε στο ισόγειο του σπιτιού”», είπε.

Μάχη της Κρήτης: «Με μία ριπή έπεσε το παιδί νεκρό στην αγκαλιά της»

«Οι πραγματικοί ήρωες ήταν τα γυναικόπαιδα που έμειναν πίσω»

Όπως ανέφερε στο star.gr ο Χαρίλαος Ερμείδης, πρόεδρος της Ένωσης Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος, από τις μαυροφορεμένες χήρες του 1943 δε ζει σήμερα καμία. Η τελευταία ήταν η Κωνσταντίνα Τσαβαλά, η οποία έφυγε από τη ζωή το 2017. Σύμφωνα με τον κ. Θανόπουλο, αυτές οι γυναίκες ήταν οι πραγματικές ηρωίδες του Ολοκαυτώματος, καθώς από την επόμενη κιόλας στιγμή από την εκτέλεση των ανδρών τους στάθηκαν όρθιες, για τις ίδιες και τα παιδιά τους.

«Ο ηρωισμός εκεί φάνηκε... Ο ηρωισμός ήταν στα γυναικόπαιδα και όχι, όπως έχουν γράψει, δυστυχώς, στο νεκροταφείο, ότι “Eδώ κοιμούνται οι ήρωες”. Πώς δηλαδή έδειξαν τον ηρωισμό τους; Ήταν πρόβατα επί σφαγή. 

Ο ηρωισμός ήταν στα γυναικόπαιδα, καθώς έβλεπες γυναίκες με ένα μωρό στην αγκαλιά, να κρατούν στο ένα χέρι το παιδί και με το άλλο να προσπαθούν να δουν μήπως είναι ο άνδρας τους από κάτω από το άλλο πτώμα.

Σταθήκαμε όρθιοι, δεν τρελαθήκαμε, δε γονατίσαμε, γιατί το ένστικτό του ανθρώπου προτάσσει ότι πρέπει να επιζήσει», είπε χαρακτηριστικά.

Πάνω αριστερά η οικογένεια του Δήμου Δημόπουλου το 1937. Κάτω αριστερά, η χήρα του με τα τέσσερα ορφανά παιδιά της (φωτ. Γιώργος Δημόπουλος)

Πάνω αριστερά η οικογένεια του Δήμου Δημόπουλου το 1937. Κάτω αριστερά, η χήρα του με τα τέσσερα ορφανά παιδιά της (φωτ. Γιώργος Δημόπουλος)

«Ακόμη και σήμερα νιώθω ότι κάτι θα μου συμβεί»

78 χρόνια μετά ο φόβος δεν εγκατέλειψε ποτέ τα παιδιά εκείνα, που το πρωί της 13ης Δεκεμβρίου του 1943 βρέθηκαν έγκλειστα στο σχολείο των Καλαβρύτων. Έζησαν τη φρίκη του Ολοκαυτώματος και αυτό είναι κάτι που τους στιγμάτισε. Οι εικόνες από τον πανικό και την αγωνία που επικράτησαν όταν ξεχύθηκαν, σαν «ένα ανθρώπινο ποτάμι», όπως λένε, από το δημοτικό σχολείο και ο πόνος για τη σφαγή των δικών τους, δεν έχουν σβήσει μέσα τους μέχρι και σήμερα.

«Να έχει φύγει ο φόβος μετά από τόσα χρόνια; Μπαίνω σε ασανσέρ εγώ; Όπως και στα άλλα παιδιά έτσι και σε εμένα έχει αφήσει κάτι. Εγώ έχω την τάση της φυγής. Όπου βρίσκομαι το πρώτο μέλημά μου είναι να δω την πόρτα και από πού θα φύγω.
Όχι απλά να φύγω, να δώσω μια και να πετάξω ... Όταν γυρνάνε όλοι στα σπίτια τους το βράδυ γδύνονται, φορούν τις πιτζάμες τους και κάθονται. Εγώ δεν κάνω το ίδιο,  πού να βγάλω παπούτσια και ρούχα...

Νιώθω ότι κάτι θα μου συμβεί και πρέπει να είμαι πανέτοιμος. Στην εκκλησία, δεν πάω να καθίσω στη μέση ή πιο πάνω, αλλά στο κάτω μέρος για να φύγω. Είμαι πανέτοιμος να φτερνίξω, να χαθώ

Αυτό το παράξενο μου έχει αφήσει. Τέτοιες εικόνες δεν περνάνε ούτε σβήνονται ποτέ και με αυτές θα φύγουμε κιόλας…», είπε ο κ. Δημόπουλος. 

Σημαία με τη ναζιστική σβάστικα

Σημαία με τη ναζιστική σβάστικα στο μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος (φωτ. AP)

«Οι Γερμανοί δεν είχαν ίχνος ανθρωπιάς, ήταν επαγγελματίες εγκληματίες»

Σύμφωνα με τον κ. Δημόπουλο οι Γερμανοί κατακτητές ήταν απάνθρωποι, σε αντίθεση με τους Ιταλούς που έδειξαν ένα πιο ανθρώπινο πρόσωπο όσο είχαν υπό την κατοχή τους τα Καλάβρυτα. 

«Τα ρομπότ ίσως κάποτε αποκτήσουν συνείδηση, αυτοί ποτέ. Είναι γεννημένοι επαγγελματίες εγκληματίες. Θυμάμαι όταν ήρθαν οι Γερμανοί στα Καλάβρυτα δεν ακούγαμε τίποτε άλλο μόνο “Kαπούτ και καπούτ”. Το καπούτ σήμαινε ότι θα σε σκοτώσω. “Καπούτ και παπία” δηλαδή, ζητούσαν ταυτότητα.

Ταυτότητες και προσωπικά αντικείμενα των εκτελεσθέντων (φωτ. eurokinissi)

Απεναντίας, οι Ιταλοί που είχαμε ζήσει στα Καλάβρυτα ήταν άνθρωποι. Έδιναν φαγητό από την καραβάνα τους. Το 1941 που πεινούσαμε, πηγαίναμε τα παιδιά της κατοχής με ένα κατσαρολάκι και μας έβαζαν μία κουταλιά φαγητό ο κάθε στρατιώτης, την οποία έκοβε από τον εαυτό του και πείναγε ο ίδιος. Μάθαμε τα τραγούδια τους, τη γλώσσα τους... Όταν έκαναν τη συνθηκολόγηση και έφυγαν οι Ιταλοί, εάν σας πω πόσα παιδιά έκλαιγαν δε θα το πιστέψει κανείς. Τόσο καλοί ήταν μαζί μας», ανέφερε.

Μια άλλη εικόνα είδε, όπως πρόσθεσε, όποιος τόλμησε και πήγε στο συσσίτιο των Γερμανών.

«Έδιναν μία κλωτσιά στην καραβάνα του παιδιού. Κλωτσούσαν να χυθεί το φαΐ, για να μη δώσουν μία κουταλιά στο παιδάκι που τα μάτια του είχαν βαθουλώσει από την πείνα. Αυτοί ήταν οι Γερμανοί.

Για πρωινό ρόφημα είχαν καπούτ, για μεσημβρινό φαγητό καπούτ και βραδινό πάλι καπούτ. Με το καπούτ ξυπνούσαν και κοιμόντουσαν.

Μόνο αυτό ήξεραν. Με τη φοβέρα και τίποτε άλλο. Δεν είχαν ίχνος ανθρωπιάς. Αυτοί την καρδιά την είχαν για να τους κρατάει στη ζωή και όχι για να αισθάνονται. Μόνο να σε σκοτώσουν...», είπε στο star.gr.

Διαβάστε όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο.
Follow us:

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Back to Top