Πώς κερδίζει η Ελλάδα από τη διάσκεψη για τη Λιβύη

Δεν υφίσταται ως διεθνής συμφωνία το μνημόνιο Τρίπολης - Άγκυρας

Η Ελλάδα έχει μόνο να κερδίσει από μια πολιτική λύση στη Λιβύη και το «μνημόνιο» Ερντογάν - Σαράζ είναι αφενός άκυρο, αφετέρου δεν είναι το μείζον στη διαδικασία του Βερολίνου, εξηγούν Ευρωπαίοι διπλωμάτες. 

Όπως σημείωναν από την πρώτη στιγμή, δηλαδή της Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου, όποτε και ελήφθη η ξεκάθαρη απόφαση της ΕΕ για αυτό: «για να ισχύει μια διεθνής συμφωνία, διότι περί αυτού πρόκειται, πρέπει πρώτα απ’όλα να έχει κυρωθεί από τα εμπλεκόμενα κοινοβούλια και στη συνέχεια να αρχίσει να εφαρμόζεται με σχετική νομοθεσία. Στην περίπτωση των δύο μνημονίων με την κυβέρνηση Σαράζ, δεν υπάρχει κύρωση από το Λιβυκό Κοινοβούλιο, συνεπώς είναι εκτός θέματος να μιλάμε για εφαρμογή». Σύμφωνα με τους διπλωμάτες, που έχουν άρτια γνώση του διεθνούς δικαίου, η Τουρκία δεν έχει νομικό πάτημα για άλλες κινήσεις στην υποτιθέμενη ζώνη, αν μη τι άλλο, γιατί δεν υφίσταται ολοκληρωμένη συμφωνία, όπως περιγράφηκε. 

Τα επόμενα βήματα της ΕΕ μετά τη συμφωνία του Βερολίνου για τη Λιβύη

Αυτό σημαίνει, εξηγούν, ότι για την ΕΕ δεν τίθεται θέμα «ακύρωσης» του τουρκολιβυκού μνημονίου, διότι αυτό «δεν έχει ουδέποτε κυρωθεί», άρα δεν υφίσταται ως διεθνής συμφωνία. 

Οι ίδιες πηγές εξηγούν ότι στη διαδικασία του Βερολίνου, αυτή η υπόθεση δεν είναι το μείζον. Στην πράξη δεν απασχολεί κανέναν. Αυτό που απασχολεί είναι ο μόνιμος τερματισμός των εχθροπραξιών και η βιώσιμη επιστροφή στην πολιτική διαδικασία επίλυσης της κρίσης στη Λιβύη, στο πλαίσιο του ΟΗΕ, με τη συμμετοχή όλων των μερών της διένεξης.

Το δεύτερο ζητούμενο είναι η αποχώρηση όλων των ξένων δυνάμεων, δηλαδή η αποχώρηση της Ρωσίας και της Τουρκίας, κάτι το οποίο συμφέρει την ελληνική εξωτερική πολιτική. Με την αποχώρηση των ξένων δυνάμεων και την επιστροφή όλων στην πολιτική διαδικασία, δεν πρόκειται εκ των πραγμάτων να σηκώσει κανείς ξανά θέμα κύρωσης του μνημονίου Τουρκίας - Λιβύης, άρα ο στόχος της Ελλάδας θα έχει στην πράξη επιτευχθεί. 

Υπό αυτή την έννοια οι Ευρωπαίοι διπλωμάτες, που μίλησαν στην εφημερίδα Real News, δεν αντιλαμβάνονται πού ακριβώς η Ελλάδα θα ασκήσει «veto». Όπως εξηγούν η πολιτική διαδικασία επίλυσης της διένεξης στο εσωτερικό της Λιβύης είναι διαδικασία του ΟΗΕ. Η Ελλάδα τη στηρίζει με την υπογραφή της σε συμπεράσματα του Συμβουλίου, αλλά και πάλι η άρση της στήριξης δε θα είχε καμία σημασία. 

Παρομοίως, η Ελλάδα έχει και πάλι να κερδίσει από την αύξηση της εμπλοκής της ΕΕ στην όλη υπόθεση. Στην ΕΕ αρχίζει και δημιουργείται συναίνεση για την επιστροφή της επιχείρησης «Σοφία» για την επιτήρηση της θαλάσσιας περιοχής με στρατιωτικά μέσα.

Η επανέναρξη της επιχείρησης θα αποτελούσε έμπρακτη εγγύηση για τη μη εφαρμογή του «μνημονίου» και τον περιορισμό των δραστηριοτήτων της Τουρκίας, όπως ακριβώς ίσχυε όσο λειτουργούσε τα προηγούμενα χρόνια.

Σε κάθε περίπτωση η παρουσία αντιπροσωπείας των θεσμικών οργάνων, δηλαδή του Υπάτου Εκπροσώπου Μπορρέλ και του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ (o oποίος συνομίλησε με τον Πούτιν και με τον Ερντογάν προ της διάσκεψης), αποτελεί εγγύηση ότι τίποτα δε θα αποφασιστεί εις βάρος της Ελλάδας. Ο Πρόεδρος και οΎπατος Εκπρόσωπος δεν ενεργούν με δική τους ατζέντα, αλλά μόνο με την ισχυρή πολιτική εντολή που του δίδει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Τα συμπεράσματα έχουν συγκεκριμένη διατύπωση για τις κινήσεις της Τουρκίας και η θέση της ΕΕ δεν έχει αλλάξει. 

Αυτό δε σημαίνει ότι όλα τα προβλήματα της χώρας έχουν λυθεί. Η καταγγελίες και η αλληλεγγύη από την ΕΕ έχει ένα ειδικό βάρος, αλλά μόνο η τελική οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας (και ΑΟΖ κατά συνέπεια) με την Τουρκία με προσφυγή στη Χάγη αν απαιτηθεί, μπορεί να ξεκαθαρίσει την κατάσταση και να θέσει της βάσεις για σταθερότητα στην περιοχή. 

Παρομοίως σε σχέση με την Κύπρο έχει τεράστια σημασία η αναφορά στη γραπτή δήλωση Σαρλ Μισέλ - Ερντογάν, μετά τη συνάντηση του περασμένου Σαββάτου: «ο Πρόεδρος Μισέλ υπενθύμισε τη θέση της ΕΕ σχετικά με τις μη εξουσιοδοτημένες γεωτρήσεις της Τουρκίας, όπου η ΕΕ βρίσκεται σε πλήρη αλληλεγγύη με την Κύπρο».

Όπως σημειώνεται στην ίδια γραπτή ανακοίνωση που εκδόθηκε μετά τη συνάντηση, «οι συνομιλίες για διευθέτηση του κυπριακού προβλήματος είναι απαραίτητες για την αντιμετώπιση ορισμένων από τα ζητήματα που διαιρούν».

Αυτό σημαίνει ότι χωρίς άλλη καθυστέρηση οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων οφείλουν να αναθερμάνουν τη διαδικασία επίλυσης, που μετά τη συνάντηση του Νοεμβρίου στο Βερολίνο έχει και πάλι μπει στο ράφι με πρόσχημα τη θέμα της λειτουργικότητα του Κράτους, ένα «μη-ζήτημα» πριν δύο χρόνια στο Κραν Μοντανά. Ο χρόνος για το κυπριακό μετράει εις βάρος της ελληνοκυπριακής πλευράς και αν ο Γενικός Γραμματέας των ΗΕ επιρρίψει ευθύνες, τότε πολύ δύσκολα θα υπάρχει επιστροφή, ή και ακόμα διατήρηση του status quo. Την ίδια ώρα, ένας νέος κίνδυνος προδιαγράφεται στην τουρκοκυπριακή κοινότητα. Αν η προοπτική λύσης ατονίσει και ο Ακιντζί χάσει τις «προεδρικές» από κάποιον όχι και τόσο ενωτικό υποψήφιο, τότε τα πράγματα ενδέχεται να χειροτερέψουν. 

Δείτε ολόκληρο το μεσημβρινό δελτίο ειδήσεων του Star εδώ
 

Διαβάστε όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο.
Follow us:

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Back to Top