Μετά από 75 χρόνια η 92χρονη πλέον Μελπομένη Ντίνα, μια απλή γυναίκα από τη Βέροια, συνάντησε ξανά την εβραϊκή οικογένεια που είχε σώσει από τους Γερμανούς Ναζί μαζί με τις δύο άλλες αδελφές της.
Κλαίγοντας από συγκίνηση και χαρά, η κυρία Μελπομένη πήγε την περασμένη Κυριακή στο Ισραήλ και μπήκε στην Αίθουσα των Ονομάτων του Γιαντ Βασέμ, όπου είναι γραμμένα τα ονόματα των Εβραίων που χάθηκαν στο Ολοκαύτωμα.
Μπροστά της αντίκρισε την Σάρα και τον Γιόσι Μορ, τα δύο Εβραιόπουλα που επί δύο χρόνια έκρυβε από τους Γερμανούς με κίνδυνο τη ζωή της. Μαζί τους και 20 περίπου απόγονοί τους, όλοι εκεί για να ευγνωμονήσουν την Ελληνίδα ηρωίδα που τους έσωσε από το Ολοκαύτωμα.
«Θα ήθελα να έχω σώσει περισσότερους», είπε η 92χρονη, αγκαλιάζοντας με δάκρυα στα μάτια τη Σάρα και τον Γιόσι και πρόσθεσε: «νιώθω ότι έχω ήσυχη τη συνείδησή μου».
«Την έχω σαν αδελφή μου, τα κάναμε όλα μαζί. Είμαι πολύ συγκινημένη μέχρι τα βάθη της ψυχής μου, μου έσωσε τη ζωή», είπε η Σάρα.
Το 1994, η κυρία Ντίνα είχε τιμηθεί με τον τίτλο της «Δίκαιης των Εθνών», τον οποίο απονέμει το Ίδρυμα Γιαντ Βασέμ στη μνήμη των εκατομμυρίων θυμάτων του Ολοκαυτώματος, σε μη Εβραίους, όπως η κυρία Μελπομένη, που με κίνδυνο της ζωής τους στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου έσωσαν τις ζωές χιλιάδων Εβραίων.
Συνολικά 27.362 άνθρωποι έχουν αναγνωριστεί ως «Δίκαιοι των Εθνών». Οι περισσότεροι από αυτούς τους «φύλακες-αγγέλους» έχουν πλέον πεθάνει ή είναι πολύ ηλικιωμένοι για να ταξιδέψουν στο Ισραήλ.
Πώς σώθηκε η οικογένεια Μορντεχάι
Η οικογένεια Μορντεχάι -όπως αναφέρεται στα αρχεία του Γιαντ Βασέμ- ζούσε στη Βέροια.
Το ζευγάρι είχε πέντε παιδιά: τη Σάρα (γεννηθείσα το 1933/ αργότερα απέκτησε το επώνυμο Γιανάι), τον Άσερ (έτος γέννησης 1935), τον Σαμουήλ (1938), τη Ραχήλ (1940) και τον Ιωσήφ (Γιόσι), ο οποίος γεννήθηκε στη διάρκεια του πολέμου, το 1942.
Το 1940, όταν ξέσπασε ο πόλεμος μεταξύ της Ιταλίας και της Ελλάδας, ο Μέντες εντάχθηκε στον ελληνικό στρατό για να πολεμήσει στο μέτωπο της Αλβανίας.
Τον Μάρτιο του 1943 άνοιξε ο κύκλος των απελάσεων των Εβραίων της Θεσσαλονίκης στα στρατόπεδα κολαστήρια των Ναζί.
Οι οικογένεια Μορντεχάι κρύφτηκε αρχικά σε ένα εγκαταλελειμμένο τζαμί στη Βέροια, χάρη στα αδέλφια Αξιόπουλοι, όμως η κατάσταση της υγείας τους άρχισε να επιδεινώνεται και ειδικά του Σαμουήλ.
Ήταν η Μελπομένη και η αδελφή της, Βηθλεέμ που κουβάλησαν στην πλάτη τον μικρό Σαμουήλ για να τον πάνε στο νοσοκομείο, όπου δυστυχώς πέθανε.
Επί δύο ολόκληρα χρόνια, η Μελπομένη και οι δύο αδελφές της, έκρυβαν σε ένα δωμάτιο του σπιτιού τους την οικογένεια των Εβραίων και μοιράζονταν το λιγοστό φαγητό που είχαν εκείνη την περίοδο.
Λίγο καιρό αργότερα κάποιος πρόδωσε τις τρεις αδελφές και αμέσως οι Γερμανοί άρχισαν να αναζητούν τα μέλη της οικογένειας Μορντεχάι. Η Σάρα φυγαδεύτηκε στο δάσος, ενώ ο Άσερ πήρε μόνος του τον δρόμο για το βουνό. Η μητέρα με τα μικρότερα παιδιά της ξεκίνησε με τα πόδια για να βρει ένα κρησφύγετο.
Πριν από το τέλος του πολέμου, η οικογένεια επανενώθηκε και κατάφερε να επιβιώσει έως την απελευθέρωση.