Έγινε και η πολυαναμενόμενη συναυλία των Arctic Monkeys. Και όπως όλοι περίμεναν, έγινε χαμός. Η Πλατεία Νερού γέμισε από κόσμο που στριμωχνόταν να δει τον σταρ της εποχής, Alex Turner.
Μόνο που μέσα στο μπούγιο, δεν είδα ούτε έναν να δυσανασχετεί που τον έσπρωξαν, ούτε έναν να σπρώχνει με αγένεια για να βρεθεί μπροστά στη σκηνή, ούτε έναν να παραπονιέται ότι δε βλέπει, ούτε έναν να πετάει πράγματα στη σκηνή ή να γιουχάρει, ούτε έναν να παρενοχλεί κορίτσια που φόρεσαν τα κοντά και καλοκαιρινά τους.
Σε συναυλία στην O2 Arena του Λονδίνου που τον είχα δει πριν μία δεκαετία είχε μεν γεμίσει ο χώρος, αλλά όταν βγήκε με γυαλί ηλίου σε κλειστό χώρο, το κοινό άρχισε να του πετάει αντικείμενα, μέχρι που ένας αναπτήρας τον βρήκε στο δόξα πατρί.
Και μπορεί ο Alex Turner να προσπαθεί ακόμα να βρει τη σκηνική του περσόνα και να μετέτρεψε στο live -σωστά ή λανθασμένα- όλες του σχεδόν τις επιτυχίες σε μπαλάντες αναδεικνύοντας τον μοιραίο του εαυτό, σε ένα πράγμα όμως που είπε είχε αναμφισβήτα δίκιο:
What a wonderful crowd you have here.
Και ήταν πράγματι υπέροχοι.
Τα 15χρονα έως 20χρονα -άντε βάλε και λίγο ακόμα- με τα χρωματιστά σχέδια glitter στο πρόσωπο και τα κινητά στο χέρι ήταν από τα πιο όμορφα κοινά που έχω δει σε συναυλία. Δεν ήταν ότι μεγάλωσα εγώ και μου έδωσαν μια ευκαιρία να ξαναθυμηθώ τα νιάτα μου. Ήταν που εκπροσώπησαν όλα όσα θα θέλαμε να είμαστε και δεν μπορέσαμε λόγω της μαγκιάς, της εφηβικής ανασφάλειας, των στερεοτύπων που μας είχαν εμφυσήσει τα τότε πρότυπά μας -από συγγενείς μέχρι πολιτικούς και τηλεπερσόνες, μεθυσμένοι από την αλαζονεία των δεκαετιών του ‘80, μα πιο πολύ του ‘90.
Δεν ξέρω πόσοι θυμούνται τη συναυλιακή κουλτούρα των 90ς στην Ελλάδα. Ακόμα και αυτοί που ήταν θαμώνες μπορεί να την έχουν ξεχάσει (ειδικά αν είχαν φάει καμιά πέτρα στο κεφάλι). Πέτρες, μπουκάλια -στην καλύτερη ποτήρια με μπύρα- έφευγαν στον αέρα για να καταλήξουν σε μία ομάδα τσαμπουκαλεμένων ιδρωμένων ημίγυμνων αγοριών, που περίμεναν μια σπίθα για να ανάψουν τα αίματα και να ξεκινήσει το ξύλο. Μπάτσοι, καπνογόνα, τσιγάρα, ποτά, ναρκωτικά.
Χθες κοίταξα γύρω μου και δεν κάπνιζε σχεδόν κανείς. Τα παιδιά άκουγαν την αγαπημένη τους μουσική με σεβασμό προς τον καλλιτέχνη και τους γύρω τους. Μία ήσυχη επανάσταση από την οποία έχουμε να μάθουμε πολλά.
Γιατί ποτέ δε συμμερίστηκα τα γεροντίστικα του τύπου: «Αυτή η νεολαία τι κάνει! Εμείς δεν κάναμε τέτοια στην εποχή μας!». Ε πώς να τα έκανες; Υπήρχε ίντερνετ; Υπήρχαν κινητά; Τόσες εικόνες; Γνώσεις; Παραστάσεις; Όλα αυτά δημιουργούν νέους κινδύνους για τα παιδιά, αλλά και νέες εμπειρίες, που από ό,τι φαίνεται τους έχουν κάνει καλό, αφού είναι σίγουρα μία βελτιωμένη έκδοση σε σχέση με εμάς.
Η συναυλιακή κουλτούρα πάντως φαίνεται πως έχει καταφθάσει στην Ελλάδα για τα καλά και ήρθε για να μείνει. Το ότι οι συναυλίες γίνονται mainstream και δεν είναι πια στο περιθώριο είναι πολύ ευχάριστο, καθώς είναι μία εμπειρία μοναδική που μπορούν να απολαμβάνουν πλέον και νέα παιδιά σε μία όμορφη ατμόσφαιρα, στην οποία εκείνα μαθαίνουν μουσική κι εμάς μας μαθαίνουν πολιτισμό.