Η Εύη Βατίδου έδωσε την πρώτη της τηλεοπτική συνέντευξη μετά τον θάνατο του πρώην συζύγου της, Αλέξη Κούγια στην εκπομπή «Αλήθειες με τη Ζήνα» και μίλησε για όλα.
Τέσσερις μήνες μετά τον θάνατο του γνωστού ποινικολόγου η πρώην σύζυγός του και μητέρα των δυο του παιδιών εξομολογήθηκε ότι για εκείνη είναι σαν ζει ακόμα.
«Είμαι λίγο καλύτερα από πριν. Δεν έχει αλλάξει ιδιαίτερα η ζωή μου εκτός του ότι έχει φύγει από τη ζωή ο Αλέξης. Αλλά η καθημερινότητά μου είναι η ίδια, όπως ήταν πριν. Θα έλεγα αυτό που είναι διαφορετικό αυτή τη στιγμή είναι η όλη κατάσταση με τα παιδιά και το γεγονός ότι μας έχει έρθει, εμένα δηλαδή μου ήρθε λίγο ξαφνικό και απότομο γιατί ναι μεν ήξερα ότι δεν ήταν πολύ καλά, αλλά δεν ήξερα πολλές λεπτομέρειες, άρα μια μέρα με πήρε ένα τηλέφωνο και άλλαξαν όλα πολύ γρήγορα. Τώρα τα πράγματα είναι λίγο καλύτερα.
Θέλω να πω δηλαδή ότι αρχίζουμε και το συνειδητοποιούμε, παράλληλα που επειδή εμένα, όπως σου είπα και πριν, δεν έχει αλλάξει η καθημερινότητά μου, νιώθω ότι ζει. Γιατί, ξέρεις, ήμασταν πολλά χρόνια χωρισμένοι και είχα φτιάξει τη ζωή μου έτσι χωρίς αυτόν. Οπότε, καμιά φορά νομίζω και έχω την αίσθηση ότι... Είναι εδώ, υπάρχει ακόμα. Καλό είναι αυτό βέβαια. Μας δίνει και μια δύναμη. Εντάξει, τα παιδιά είναι σε πολύ πολύ καλύτερη διάθεση.
Πιστεύω ότι θα το ξεπεράσουν γιατί θα φτιάξουν τις δικές τους πυρηνικές οικογένειες. Αυτό τους λέω. Είμαι δίπλα τους ότι χρειαστούν να τους στηρίξω. Και νομίζω ότι με τον χρόνο θα γιατρευτούν όλες οι πληγές. Και θα είμαστε σε πολύ καλύτερο δρόμο».
Βατίδου: «Δεν αποκαταστάθηκε ποτέ η σχέση μας με τον Αλέξη. Ήταν σκληρός. Περίμενα μία συγγνώμη»
«Στην πραγματικότητα οι σχέσεις μας δεν αποκαταστάθηκαν ποτέ είναι η αλήθεια. Ήταν αυτό που έβλεπε ο κόσμος, αυτή την εικόνα, ας πούμε εντός εισαγωγικών του ότι τα πράγματα είναι καλά. Στην πραγματικότητα και στην αλήθεια δεν ήμασταν τόσο καλά μεταξύ μας. Δεν αποκαταστάθηκε ποτέ η σχέση μας όπως θα ήθελα εγώ να είχε αποκατασταθεί. Και πίστευα ότι προς το τέλος όταν ένιωθα ότι ίσως και να φεύγει από τη ζωή, γιατί σου λέω δεν ήμουν σίγουρη ούτε ενημερωμένη από γιατρούς, ίσως να μου ζητούσε... Ένα συγγνώμη και κάπως έτσι να ξέρεις να ήμασταν ας πούμε, τα πράγματα ήταν διαφορετικά.
Αλλά δεν συνέβη κάτι τέτοιο. Ήταν σκληρός και έμεινε πάντοτε σκληρός, τουλάχιστον απέναντί μου. Και έτσι με πόνεσε λίγο αυτό».
«Ό,τι ήταν να του πω, το είχα πει, το έλεγα όλα αυτά τα χρόνια, από τότε που τον γνώρισα και καθ' όλη τη διάρκεια που ήμασταν και χωρισμένοι, γιατί ξέρεις πάντα είχα τα παιδιά δίπλα μου και τα μεγάλωνα. Ό,τι ήταν να πω, το είπα τότε και δημόσια και στον ίδιο και ήμουν και η μόνη μπορώ να σου πω που του τα έλεγα και χύμα και κατάμουτρα.
Δηλαδή τον αντιμετώπιζα, δεν τον φοβόμουν καθόλου. Ήμουν δηλαδή σε ένα σημείο που ό,τι ήταν να του πω, του το έλεγα έτσι όπως είναι. Δηλαδή θα τον έπαιρνα τηλέφωνο, έκανες αυτό, έκανες εκείνο. Δεν σταμάτησα ποτέ να του λέω την αλήθεια. Καλά εννοείται μου έκλεινε το τηλέφωνο».
«Ναι, με στόλιζε κανονικότατα, αλλά αυτό τον τελευταίο καιρό μου έδινε μία ελπίδα ότι είναι καλά. Δηλαδή όταν και το τελευταίο μήνυμα που μου έστειλε, γιατί κατάφερα να του μιλήσω πριν μας αποχαιρετήσει και φύγει από τη ζωή, παρόλο που ήταν έτσι πολύ σκληρό και καυστικό, εγώ το εξέλαβα ως... Α, λέω εκείνη την ημέρα, είναι καλά τελικά ο Αλέξης. Θέλω να πω δηλαδή ότι... Επειδή είχε την ίδια στάση όπως είχε τα προηγούμενα χρόνια.
Μου είπε ξεκάθαρα θα μου φέρει την αστυνομία γιατί με παίρνει τηλέφωνο κτλ. Όντως ναι, το έχω κρατήσει αυτό το μήνυμα, το έχω εκτυπώσει και το έχω γραμμένο να το διαβάζω για να μου θυμίζει ακριβώς, να μου τον θυμίζει, να τον αισθάνομαι κατάλαβες. Το λέω καλοσύνη... Εγώ μάλιστα είχα πάρει εκείνο το βράδυ τα παιδιά που ήταν στο Μετροπόλιταν και τους λέω, λέω, μου μίλησε ο πατέρας σας, μου το σήκωσε το τηλέφωνο, μου έστειλε μήνυμα και μου λένε, καλά, τι μήνυμα, ας πούμε, ήταν αυτό που σου έστειλε και είσαι χαρούμενη. Λέω, ναι, ναι, ναι, μάλλον είναι... Νιώθω ότι είναι καλά. Ναι, ναι, μου λένε, είναι καλά. Βεβαίως εκείνοι ήξεραν ότι δεν ήταν καθόλου. Από τη μία μου ήρθε ξαφνικά, από την άλλη έπρεπε να δυναμώσω κι άλλο. Δηλαδή συνέβη, δεν μπορούσα να κάνω τίποτα».