Γιατί προκαλεί τώρα ο Ερντογάν και η απάντηση της Ελλάδας  

Φωτογραφια αρθρογραφου

Η Ουκρανία και ο αναθεωρητισμός, ρωσικός και  τουρκικός  

H πραγματοποίηση πάνω από 160 παραβιάσεων μέσα σε ένα 24ωρο από την Τουρκία πριν δύο ημέρες και δεκάδων υπερπτήσεων σε κατοικημένα ελληνικά νησιά, «ήχησε»  σαν «καμπανάκι» συναγερμού στο ελληνικό πολιτικό σύστημα αλλά και στις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας μας. 

Το μεγάλο ερώτημα και η μεγάλη απορία είναι γιατί προκαλεί τώρα και μάλιστα τόσο εμφατικά ο Ερντογάν, παρότι μάλιστα σχετικά πρόσφατα είχε δείξει σημάδια για το αντίθετο.   

Επιμέρους εξηγήσεις για τη συγκυρία μπορεί να υπάρχουν (όπως η επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον όταν ο Τούρκος πρόεδρος δεν έχει λάβει την πρόσκληση που ποθεί από τον Μπάιντεν).   Η κύρια αιτία όμως δεν μπορεί να είναι άλλη από την  πολεμική σύρραξη στην  Ουκρανία. Ο Τούρκος Πρόεδρος  προφανώς εκτιμά ότι έχουν ανέβει ξανά οι «μετοχές»  του στη Δύση και ότι  η στρατηγική θέση της Τουρκίας, η οποία μέσω Μαύρης Θάλασσας συνορεύει με την εμπόλεμη περιοχή και ελέγχει στα Στενά, είναι πλέον εξαιρετικά χρήσιμη στις ΗΠΑ και στο ΝΑΤΟ.  Τόσο όμως ώστε να γίνουν αποδεκτά «επικίνδυνα καπρίτσια»; Δύσκολο να το πιστέψει κάποιος, αλλά δε θα είναι η πρώτη φορά που ο Ερντογάν θα δοκιμάζει κάτι με το ρίσκο να μην του «βγει» τελικά.    

Η Ουκρανία του χρησιμεύει όμως ως παράδειγμα και από την αντίστροφη οπτική: Ο ρωσικός αναθεωρητισμός  βάζει στο τραπέζι σε διεθνές επίπεδο το ζήτημα – «ταμπού» της αλλαγής των συνόρων μεταξύ διαφορετικών κρατικών οντοτήτων. Ας μην σπεύσει κανείς να πει ότι αυτό συνέβη και με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και της Γιουγκοσλαβίας, καθώς αυτό έγινε μία φορά (on off) σε κάθε αντίστοιχη περίπτωση και αφορούσε τα τότε εσωτερικά σύνορα μιας χώρας που κατακερματίσθηκε. Σήμερα τα σύνορα μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας είναι σύνορα δύο διαφορετικών κρατών. Ο Τούρκος πρόεδρος δεν αποκλείεται να πιστεύει όμως ότι τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να εκβιάσει τη Δύση,  με αντάλλαγμα  την ανοχή σε μια απόπειρα «γκριζαρίσματος» του Αιγαίου.       

Αν κάτι συνεπώς χρειάζεται σήμερα είναι σε επίπεδο διεθνούς κοινότητας να σταλεί σαφές μήνυμα στον Ερντογάν ότι  τέτοιες πρακτικές δεν γίνονται ανεκτές, όπως και ο αναθεωρητισμός , είτε είναι ρωσικός είτε είναι τουρκικός.  Το «μάθημα» άλλωστε για τη Δύση από την ενσωμάτωση της Κριμαίας είναι σκληρό και πικρό εις βάρος της: Η ανοχή στην καταπάτηση «κόκκινων γραμμών» δε φέρνει οριστική ειρήνευση, αντιθέτως είναι η αρχή μιας νέας κρίσης, καθώς η αποθρασυμένη χώρα που το πετυχαίνει σύντομα επιδιώκει νέα εδαφικά κέρδη. Το τι συνέβη στο Μόναχο, όταν έγινε αποδεκτή μία ακόμα απαίτηση του Χίτλερ   και οδήγησε τον τότε πρωθυπουργό της Μεγάλης Βρετανίας Τσάμπελεν στη χλεύη της  ιστορίας και την Ευρώπη στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο,  παραμένει χρήσιμος οδηγός,  παρότι πέρασαν 84 χρόνια.   

Όσον αφορά τη χώρα μας, η πρακτική της Τουρκίας εκτός από αφορμή προβληματισμού  είναι και μία ευκαιρία, να συνειδητοποιήσουμε όλοι ότι  απέναντι στον απρόβλεπτο ηγέτη της γειτονικής χώρας  και στα νέο-οθωμανικά οράματά του  δεν μπορεί να υπάρξει  εφησυχασμός.  Σωστά μιλάμε βεβαίως με την Τουρκία και υπάρχουν δίαυλοι επικοινωνίας,  αλλά όσο δεν παραιτείται από εξωφρενικές θεωρίες τύπου «γαλάζιας πατρίδας» και απαιτήσεις αποστρατιωτικοποίησης, πραγματική βελτίωση στις διμερείς σχέσεις σε βάθος χρόνου δεν μπορεί να υπάρξει, ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε και την τουρκική αδιαλλαξία στην Κύπρο .  Ούτε φυσικά μπορεί να υπάρξει βελτίωση με οδηγό  μία αφελή πρακτική «κατευνασμού» που υποστηρίζουν ορισμένοι στον δημόσιο λόγο. αλλά τελικά οδηγεί στην υπονόμευση της ειρηνικής συνύπαρξης, αποθρασύνοντας την Άγκυρα.  Η πραγματικότητα είναι ότι  η Ελλάδα τελεί υπό συνεχή τουρκική απειλή  και αυτό πρέπει να το έχει πάντα υπόψη της.  

Αυτός είναι και ο λόγος  άλλωστε για τον οποίο η χώρα μας ορθώς εκσυγχρονίζει τις Ένοπλες Δυνάμεις της και για τον οποίο έχει επιδοθεί σε μία πρωτοφανή διπλωματική δραστηριότητα τα τρία τελευταία χρόνια,  διευρύνοντας τις συμμαχίες της και τους ορίζοντες της εξωτερικής της πολιτικής, με εξαιρετικώς  θετικά αποτελέσματα.  Ας μην ξεχνούμε επίσης την υβριδική απειλή του μεταναστευτικού και πώς επιχείρησε να την αξιοποιήσει στον Έβρο ο Ερντογάν, όπου υπέστη μία μεγάλη ήττα,  τόσο στο πεδίο όσο και διπλωματικά.

Η Ελλάδα συνεπώς, πρέπει να συνεχίσει με αυτοπεποίθηση  αυτό που ήδη πράττει:  Την υπεράσπιση της εδαφικής της ακεραιότητας και των κυριαρχικών της δικαιωμάτων,  την πολυμερή διπλωματία και τη διεύρυνση των συμμαχιών της. Για να συνειδητοποιήσει ο κάθε Ερντογάν ότι δεν μπορεί να τη βλέπει όπως η Ρωσία την Ουκρανία…                 
 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Back to Top