Τέως Βασιλιάς Κωνσταντίνος: Μία ψύχραιμη αποτίμηση 

Φωτογραφια αρθρογραφου

Οι συγκρούσεις, η Δικτατορία και το δημοψήφισμα

Ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος (φωτογραφία Ν. Κομίνη μέσω Ευρωκίνησης)   

Ο θάνατος του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου ήταν μια αφορμή υπόμνησης ότι μέχρι πριν κάποιες δεκαετίες το πολίτευμα της Ελλάδας ήταν διαφορετικό. Είναι όμως και αφορμή να ανατρέξουμε στις αιτίες που ο πανάρχαιος θεσμός της βασιλείας άντεξε έως τις μέρες μας σε αρκετά κράτη, αν και μάλλον φθίνει σήμερα, σε επίπεδο αριθμού χωρών στον οποίο υφίσταται. 

Η ανάγκη να υπάρχει ένας άνακτας που το πρόσωπό του να λειτουργεί ενοποιητικά και να υπερβαίνει όλες τις επιμέρους εξουσίες(π.χ. των φεουδαρχών), ώστε να μπορεί να είναι θεσμικό ανάχωμα στις αυθαιρεσίες τους, ήταν υπαρκτή σε συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο. Δεν είναι τυχαίο ότι στη Βρετανία για τον ίδιο λόγο θεωρήθηκε αυτονόητη η ύπαρξη βασιλέα και μετά τον Διαφωτισμό, αν και οι συγκρούσεις που οδήγησαν ακόμη και σε αποκεφαλισμό βασιλέα, πολύ πριν τη Γαλλική Επανάσταση, δεν έλειψαν. 

Στην περίπτωση της Ελλάδας, η βασιλεία αποτελούσε μία εγγύηση για τις μεγάλες δυνάμεις μετά την Επανάσταση του 1821 και την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους, ότι η χώρα δε θα κυλούσε στο χάος μεταξύ των αντιμαχόμενων πολεμαρχών και των καπετανάτων τους και ότι θα υπήρχε πάντα ένας φορέας εξουσίας στον οποίο θα μπορούσαν να απευθύνονται.  

 Τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος: Τα παιδιά του, οι γάμοι τους και τα εγγόνια του

Τα ορόσημα που έφεραν την κατάργηση της βασιλείας σε άλλες χώρες   

Η διεύρυνση των δημοκρατικών θεσμών σε μια σειρά από χώρες έγιναν αιτία να μειωθεί ο ρόλος της βασιλείας ως φορέα εξουσίας και να παραμείνει σε ρόλο συμβόλου – ενοποιητικού παράγοντα με λίγες και αυστηρά προσδιορισμένες αρμοδιότητες. Για να καταργηθεί η βασιλεία όμως συνήθως χρειάσθηκε ένα δυσμενές ιστορικό επεισόδιο - ορόσημο, το οποίο έπαιξε τον ρόλο του καταλύτη. Π.χ. στη Γερμανία και στην Αυστρο – Ουγγαρία η ήττα στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στην Ιταλία η ανοχή στον Μουσολίνι, στην Ελλάδα η Μικρασιατική Καταστροφή και η Δικτατορία των Συνταγματαρχών αντίστοιχα κ.ο.κ.

Όπου στην Ευρώπη η βασιλεία επιβίωσε, αυτό οφείλεται στο ότι προσαρμόστηκε στις συνθήκες, αποποιούμενη του εκτελεστικού της ρόλου. Γεγονός που δεν έγινε όμως στην Ελλάδα, στον βαθμό τουλάχιστον που θα έπρεπε. 

Αν έβλεπε μακριά η ελληνική βασιλική οικογένεια θα έπρεπε να είχε ζητήσει η ίδια την περικοπή των αρμοδιοτήτων της μεταπολεμικά και την απεμπλοκή του βασιλέα από τον ρόλο εν δυνάμει κυβερνήτη, με τις «γκρίζες ζώνες»  όσον αφορά τον ορισμό πρωθυπουργού. Όπως λέει όμως στον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή ο μάντης Τειρεσίας «αυτή σου η τύχη είναι και η καταστροφή σου». Πραγματικά, στην Ελλάδα η αντίδραση του Θρόνου στις απόπειρες περικοπής των εξουσιών του από τις μεταπολεμικές κυβερνήσεις, υπονόμευσε ουσιαστικά τον  ίδιο τον θεσμό και οδήγησε τελικά στην κατάργησή του.      

Πολιτικός αναβρασμός για την κηδεία του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου             

Τα μοιραία λάθη για τη βασιλεία στη χώρα μας και η σύγκρουση με Κωνσταντίνο Καραμανλή και Γεώργιο Παπανδρέου  
  
Στην περίπτωση της Ελλάδας έγιναν την ίδια περίοδο (μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο)  μοιραία λάθη για τη βασιλεία.  Το πρώτο,  ότι υπήρξε σφοδρή σύγκρουση του Θρόνου με δημοφιλείς πρωθυπουργούς, όχι μόνο του Κέντρου αλλά και της Δεξιάς (Γεώργιο Παπανδρέου και Κωνσταντίνο Καραμανλή αντίστοιχα). Στην περίπτωση της Δεξιάς η ταύτιση του εκάστοτε Βασιλέα ως οιονεί αρχηγού της ήταν κάποτε απόλυτη, αν και ο Παναγής Τσαλδάρης είχε προσπαθήσει προπολεμικά να κόψει τον δεσμό του Θρόνου με το Λαϊκό Κόμμα (βλέπε Σπύρου Λιναρδάτου «Πώς φτάσαμε στην 4η Αυγούστου»), αλλά ατύχησε, γιατί την ίδια ώρα είχε να αντιμετωπίσει όχι μόνο τους αυτονόητα φιλοβασιλικούς στο κόμμα του, αλλά και τη φιλοβασιλική πτέρυγα των… Βενιζελικών, που είχε συγκρουστεί μεν με τον Κωνσταντίνο τον Α,  ο οποίος όμως είχε πλέον αποβιώσει και η διαμάχη ήταν με το πρόσωπο, όχι έναντι του θεσμού. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι εξελίξεις και ο Γεώργιος ο Β’ , ο οποίος επέστρεψε με το δημοψήφισμα, τον πρόλαβαν. 

Στην περίπτωση της σύγκρουσης με τον Καραμανλή (από τον πατέρα του Παύλο και τη μητέρα του Φρειδερίκη, αλλά με τον ίδιο τον Κωνσταντίνο να έχει ακόμα και φραστικό επεισόδιο με τον τότε πρωθυπουργό), αυτή  πήρε τη διάσταση «αυτοχειρίας», καθώς το ρήγμα που άνοιξε ο Θρόνος με μερίδα της Δεξιάς δεν έκλεισε ποτέ, με αποτέλεσμα τη μη καθολική στήριξη του Κωνσταντίνου από τους συντηρητικούς πολίτες στο δημοψήφισμα του 1974. 

Η επίσκεψη στην Ελισάβετ που «έριξε» την κυβέρνηση Καραμανλή στην Ελλάδα!

Στην περίπτωση της σύγκρουσης με τον Γεώργιο Παπανδρέου, υπήρξε συσπείρωση του Κέντρου με την Αριστερά στους  δρόμους, παρά τα αντίθετα στρατόπεδα στα οποία βρέθηκαν στον Εμφύλιο Πόλεμο, όχι πολλά χρόνια πριν, και τελικά επήλθε η Δικτατορία, η οποία και εκδίωξε στην πραγματικότητα τη βασιλική οικογένεια, παρά τον εντελώς αδόκιμο και ανιστόρητο όρο «βασιλοχουντικοί». Παράλληλα, η σύγκρουση,  ξύπνησε μνήμες εθνικού διχασμού, μεταξύ βασιλοφρόνων και Βενιζελικών. 

Η παραμονή στο Λονδίνο μετά την πτώση της Δικτατορίας  

Δεν ήταν όμως αυτό το μοναδικό λάθος. Όσον αφορά τον τέως Βασιλιά Κωνσταντίνο τον Β΄, το γεγονός ότι δεν επέστρεψε στην Ελλάδα αμέσως μετά την πτώση της Δικτατορίας, μαζί με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, στις 24 Ιουλίου 1974, αποδείχθηκε μοιραίο, άσχετα με το ότι ο ίδιος επέρριπτε την ευθύνη στον αείμνηστο πολιτικό. Ο τελευταίος δε δίστασε να ρισκάρει ακόμη και τη φυσική του εξόντωση από τον παρακρατικό μηχανισμό του πρώην «αόρατου δικτάτορα» Ιωαννίδη, επιστρέφοντας στην Ελλάδα, ενώ ο Κωνσταντίνος απέμεινε στο Λονδίνο να κάνει από εκεί προεκλογική καμπάνια για το δημοψήφισμα, με το οποίο ο ελληνικός λαός ψήφισε «όχι» στην επιστροφή του με μεγάλη διαφορά (69% Ναι – 31% Όχι).    

Η λανθασμένη αντίδραση στο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967    

Το μεγαλύτερο όμως λάθος του Κωνσταντίνου Β΄ είχε γίνει ήδη, όταν ήρθε αντιμέτωπος με μια «πρόκληση ζωής», το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, απέναντι στο οποίο αντέδρασε παντελώς λανθασμένα. Είναι βέβαιο ότι αν είχε αντιδράσει δυναμικά, δίνοντας διαταγή στους Καταδρομείς (που ήλεγχε απόλυτα τη Διοίκησή τους),  το Πολεμικό Ναυτικό και την Πολιτική Αεροπορία (όπου ήταν ελάχιστη η διείσδυση των ακροδεξιών συνωμοτών), το πραξικόπημα θα κατέρρεε. Σίγουρα θα υπήρχαν ανθρώπινα θύματα, αλλά η Δημοκρατία θα είχε επιβιώσει, η Δικτατορία δε θα είχε επιβληθεί και δε θα είχαμε καταλήξει στην τραγωδία της Κύπρου. Λάθος που το συνειδητοποίησε εγκαίρως, αλλά προσπάθησε να το διορθώσει μάλλον βεβιασμένα και με κακή οργάνωση,  με το δικό του αντι – πραξικόπημα, που αποτέλεσε και την αιτία που έφυγε από την Ελλάδα.   

Άγνωστες ιστορίες για τον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο

Αντιθέτως, ο  γαμπρός του, σύζυγος της αδελφής του Σοφίας, Βασιλιάς Χουάν Κάρλος της Ισπανίας τότε, κατέστειλε άμεσα την απόπειρα πραξικοπήματος από τον συνταγματάρχη Τεχέρο, που είχε καταλάβει το Κοινοβούλιο στις 23/2/1981, κλείνοντας οριστικά τις πληγές του εμφυλίου στη δική του χώρα και κερδίζοντας και ανοχή - αποδοχή των Σοσιαλιστών και της Αριστεράς.                      

Η αδικία της ταύτισης με την  Άκρα Δεξιά 

Είναι  αλήθεια πάντως ότι στη χώρα μας η κοινή γνώμη αδίκησε σε κάποια σημεία τον Κωνσταντίνο,  με διαδεδομένες απόψεις που δεν αντιστοιχούν στην  πραγματικότητα. Η πρώτη ήταν και είναι η ταύτισή του με την ΄Ακρα Δεξιά, η οποία για τους λόγους που προαναφέρθηκαν δεν ισχύει. Και αυτό δεν αλλάζει από το γεγονός ότι όντως αρκετοί ακροδεξιοί πολιτικοί εμφανίζονται ως φιλοβασιλικοί.            

Η δεύτερη «αδικία» είναι η ευρέως διαδεδομένη αλλά αναπόδεικτη άποψη ότι ο Κωνσταντίνος Β’ ετοίμαζε δικό του πραξικόπημα με τους Στρατηγούς, αλλά τον πρόλαβαν οι  Συνταγματάρχες. Πέραν ακριτομυθιών, υποθέσεων και διαδόσεων, από πουθενά δεν  επιβεβαιώνεται ιστορικά κάτι τέτοιο, ενώ είναι βέβαια ότι μετά από τόσες δεκαετίες κάποιος από τους περιβόητους «Στρατηγούς» θα είχε μιλήσει επώνυμα και με πραγματικά στοιχεία για αυτό. Αυτό που όντως ίσχυε ήταν ότι ο Κωνσταντίνος και μερίδα του πολιτικού κόσμου ανησυχούσε έντονα πριν τις προγραμματισμένες για τον Μάιο του 1967 εκλογές, για σοβαρές ταραχές αμέσως μετά τη διεξαγωγή τους. Για αυτό και υπήρχε η εισήγηση, όπως κατέθεσε και ο Γεώργιος Ράλλης στη Δίκη της Χούντας, για την κήρυξη της χώρας σε κατάσταση πολιορκίας όπως προβλεπόταν στο τότε Σύνταγμα αλλά και στο Σύνταγμα που ψηφίσθηκε το 1975. Άλλωστε, αυτό έπρεπε να γίνει με απόφαση της Βουλής και για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, οπότε δεν μπορεί να συγκρίνεται με Δικτατορία. Δυστυχώς, στη συγκεκριμένη περίπτωση ακόμη και μερίδα των φορέων της ιστορικής επιστήμης πέφτει θύμα ιδεολογικής εργαλειοποίησης. 

Οριστικό τέλος εποχής και ανάγκη επίδειξης ωριμότητας   

Πάντως, ο ίδιος ο εκλιπών είχε το χάρισμα να γίνεται συμπαθής στις διαπροσωπικές σχέσεις και η επιστροφή του στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες δεν συνεπαγόταν τελικά τίποτα το καταστροφικό για το ίδιο το πολίτευμα. Και οφείλουμε να του αναγνωρίσουμε ότι όχι μόνο δεν αμφισβήτησε το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος, αλλά κινήθηκε και διακριτικά απέναντι στην εκάστοτε κυβερνητική εξουσία της χώρας, χωρίς να διεκδικεί μερίδιο ή ρόλο από αυτήν.  Είναι πλέον σαφές ότι η Προεδρευομένη Δημοκρατία δεν κινδυνεύει, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την Πολιτεία και τον δικό της ρόλο στη διατήρηση και ανάδειξη ιστορικών τοποθεσιών και μνημείων (π.χ. Τατόι),  χωρίς φόβο.  Αλλά και με ό,τι συνεπάγεται για την κοινωνία μας, η υπέρβαση των παθών του παρελθόντος και η ψύχραιμη ιστορική αποτίμηση.  
 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Back to Top