Μάνος Μπονάνος:« Οι καλύτερες ιστορίες ξεπηδούν από τα βιώματά μας»
Ο συγγραφέας μιλάει για τις τρεις νέες αξιόλογες εκδόσεις για παιδιά
Ο Μάνος Μπονάνος μιλάει στη Γεωργία Χάρδα για τα νέα του βιβλία που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ίκαρος. «Τα κάλαντα καβάλα σε καμήλα» είναι μια διαφορετική χριστουγεννιάτικη ιστορία με τρία απανωτά κάπα και πολύ χιούμορ. Όπως αποκαλύπτει η έμπνευση του δεν είναι άλλη από… ένα κουτί χουρμάδες. Αναφέρεται και στη νέα αξιόλογη σειρά με τίτλο «Το όνομα μου είναι ...» που συνυπογράφει με τον Νίκο Μαθιουδάκη ενώ τα λόγια ομορφαίνει η Αγγελική Μπόζου.
Μιλήστε μας για τον τίτλο του νέου σας βιβλίου «Κάλαντα καβάλα σε καμήλα».
Πιστεύω πως χωρίς αυτόν τον τίτλο δεν θα υπήρχε βιβλίο, τόσο πολύ τον αγαπώ! Μου αρέσει πάρα πολύ η παρήχηση των απανωτών κάπα, ο ρυθμός του, το χιούμορ του, η πρωτότυπη και κάπως σουρεαλιστική εικόνα που φέρνει στον νου. Και το καλύτερο, νομίζω πως είναι πολύ αντιπροσωπευτικός για το περιεχόμενο του βιβλίου και για τον τρόπο που ξετυλίγεται η ιστορία και το εύρημα. Αξίζει επίσης να αναφέρω πως ο τίτλος γράφτηκε πριν από την ιστορία και αποτέλεσε κινητήρια δύναμη κατά τη συγγραφή της, σε αντίθεση με ό,τι συνηθίζω όταν γράφω ένα διήγημα, όπου τις περισσότερες φορές περιμένω να καταλάβω κι εγώ ο ίδιος ποια είναι η πραγματική ιστορία που προσπαθώ να αφηγηθώ και μετά να διαλέξω έναν ταιριαστό τίτλο.
17 νέες εκδόσεις που θα διαβάσουν τα παιδιά αυτά τα Χριστούγεννα
Έχουμε συνδυάσει τα Χριστούγεννα με κουραμπιέδες και μελομακάρονα. Μας τα παρουσιάζετε με χουρμάδες και μπανάνες. Τι σας κέντρισε για να διηγηθείτε αυτή τη διαφορετική χριστουγεννιάτικη ιστορία;
Εκτός από τη λατρεία μου για τους (βασιλικούς) χουρμάδες και τα φρούτα και τον διαρκή αγώνα μου ως γονιός να κερδίσω την αιώνια μάχη με την κόρη μου ενάντια στη ζάχαρη και τα γλυκά;! Εντάξει, στα σοβαρά τώρα, σκέφτηκα να γράψω μια ιστορία που να απευθύνεται σε παιδιά –και μεγάλους– των οποίων το βίωμα δεν αντιστοιχεί με αυτό των λαμπερών διαφημίσεων στην τηλεόραση ή με όσα έχουμε συνδέσει στο μυαλό μας με την περίοδο των Χριστουγέννων. Είναι πολλά τα παιδιά –όπως είναι πάμπολλοι και οι ενήλικες– που δυσκολεύονται από το γιορτινό κλίμα, από τις εικόνες αψεγάδιαστης ευτυχίας και οικογενειακής μακαριότητας, για διάφορους λόγους. Βοήθησε, βέβαια, πως δεν είχα και άλλη επιλογή, καθότι ο κορμός της ιστορίας γράφτηκε για μια σχολική εργασία της κόρης μου.
Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης;
Σκεπτόμενος όλα αυτά, και κατατάσσοντας σίγουρα τον εαυτό μου σε αυτούς τους «πάμπολλους» που αναφέρω παραπάνω, θέλησα να γράψω μια ιστορία αποδοχής, πρώτα του εαυτού και έπειτα του διαφορετικού, αγκαλιάζοντας πρώτα δηλαδή τον εαυτό που παραπονιέται για όλα αυτά από τα οποία νιώθει αποκλεισμένος, και κατ’ επέκταση αγκαλιάζοντας τον κάθε «άλλο», που αναπόφευκτα βιώνει κι αυτός τις γιορτινές μέρες με τον δικό του, μοναδικό τρόπο. Η έμπνευση δεν ήταν άλλη από… ένα κουτί χουρμάδες.
Αΐσα: Το βιβλίο της αστυνομικού Λαμπρινής Μηνά για την παραβατικότητα
Κύριε Μπονάνο, το παραμύθι σας έχει αυτοβιογραφικά στοιχεία;
Σαφέστατα. Πιστεύω πως πολύ συχνά οι καλύτερες ιστορίες που έχουμε να προσφέρουμε στον κόσμο ξεπηδούν από τα βιώματά μας. Το γεγονός αυτό τους χαρίζει ένα συναισθηματικό φορτίο που είναι πολύ δύσκολο να δημιουργηθεί όταν η μυθοπλασία εκκινεί από το μηδέν. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση πως πρέπει να συγχέουμε τις «πραγματικές» –αν και ακόμα κι αυτός ο χαρακτηρισμός σηκώνει πολλή κουβέντα– εμπειρίες με αυτό που καταλήγει να γίνει μια ιστορία γραμμένη στο χαρτί. Αναπόφευκτα τα βιώματα μεταπλάθονται, ανανοηματοδοτούνται και μετατρέπονται σε απλά υλικά, προκειμένου να φτιαχτεί κάτι άλλο, να υπηρετήσουν την ιστορία που χτίζεται ώστε να ικανοποιηθεί η έμπνευση και η ιδέα. Ο πατέρας μου είχε πράγματι μανάβικο, ήταν μια εξοντωτικά κουραστική δουλειά που αγαπούσε απεριόριστα και την οποία έκανε με πολύ μεράκι. Κι εγώ πήγαινα συχνά εκεί για να τον βοηθήσω, να τον ξεκουράσω, σε όλες τις διακοπές, όχι μόνο των Χριστουγέννων. Και δίπλα από εκεί που καθόμουν υπήρχε ένα κουτί με χουρμάδες. Ιδού τα υλικά. Ένα κι ένα όμως δεν κάνουν δύο, όχι στις ιστορίες.
Είναι αρκετά παιδιά που γιορτάζουν τα Χριστούγεννα διαφορετικά και κάτω από δύσκολες συνθήκες. Πόσο σκληρό είναι ειδικά αυτές τις γιορτινές μέρες;
Όπως ανέφερα και παραπάνω, όταν έγραφα την ιστορία στο μυαλό μου είχα κυρίως τα παιδιά που δυσκολεύονται, που δεν βιώνουν τα Χριστούγεννα ειδυλλιακά ούτε ανυπομονούν γι’ αυτά. Και τι να πει κανείς για τα παιδιά που ξεριζώνονται από τα σπίτια τους εξαιτίας του πολέμου, που παλεύουν για την επιβίωση καθημερινά, που χάνουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο την οικογένεια και τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Μα αυτός ακριβώς ο προβληματισμός κρύβεται πίσω από την ιστορία του βιβλίου, πώς ένα παιδί μπορεί να βρει μια διέξοδο σε μια δύσκολη κατάσταση, όποια κι αν είναι αυτή, και να «πετάξει» με τα φτερά της φαντασίας του προς κάτι καλύτερο. Και οι πληγές επουλώνονται.
Στο βιβλίο σας παρουσιάζετε την αγάπη του εγγονιού και την κατανόησή του για το δύσκολο έργο των παππούδων. Πόσο αναγκαίος είναι αυτός ο δεσμός κυρίως στα τρυφερά παιδικά χρόνια;
Νομίζω πως όσο περισσότεροι οι φροντιστές και οι άνθρωποι που τυλίγουν ένα παιδί με την αγάπη τους τόσο καλύτερα. Είναι πολύτιμος αυτοί οι ρόλοι, του παππού και της γιαγιάς. Οι ηλικιωμένοι άνθρωποι κουβαλούν ένα είδος σοφίας που αποκτιέται μονάχα με την πάροδο του χρόνου. Δεν εξιδανικεύω εδώ, αυτό που εννοώ είναι πως έχω την αίσθηση ότι οι παππούδες και οι γιαγιάδες προσεγγίζουν τα εγγόνια τους διαφορετικά απ’ ό,τι οι γονείς, απαλλαγμένοι από το άγχος που ενδεχομένως να έφεραν οι ίδιοι ως γονείς και που σίγουρα φέρουν οι γονείς. Αυτό τα παιδιά το αισθάνονται. Έτσι πολλές φορές δημιουργείται σε αυτές τις σχέσεις ένας ασφαλής χώρος, όπου το παιδί κινείται πολύ ελεύθερα, όπου υπάρχει μεγαλύτερη ανοχή, κατανόηση, τρυφερότητα – και τα όρια δεν είναι απαραβίαστα.
Ποιες είναι οι πιο γλυκιές αναμνήσεις που σας έρχονται από την παιδική σας ηλικία τα Χριστούγεννα;
Χριστούγεννα για μένα σήμαινε να κάθομαι με όλη την οικογένειά μου στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Αυτό από μόνο του μπορεί να μη λέει πολλά, αλλά για ένα παιδί που ο πατέρας του δούλευε συνεχώς και πολύ σπάνια είχαμε την ευκαιρία να φάμε μαζί, αυτό ήταν κάτι πολύ σημαντικό. Με έκανε να νιώθω ασφάλεια και σύνδεση.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε μια αξιόλογη σειρά από τις εκδόσεις Ίκαρος, που την συνυπογράφετε με τον Νίκο Μαθιουδάκη και περιλαμβάνει σπουδαίους λογοτέχνες. Πόσο σημαντικό είναι να μυηθούν τα παιδιά στη ζωή και το έργο τους;
Η σειρά ονομάζεται «Το όνομά μου είναι…» και προσεγγίζει βιογραφικά τους λογοτέχνες. Η ιδέα εξαρχής ήταν να φτιάξουμε βιβλία που θα φέρουν τα παιδιά σε επαφή με την ανθρώπινη πλευρά των λογοτεχνών, θα τους «αποκαθηλώσουν» από αυτό το μακρινό και απρόσιτο βάθρο όπου στέκονται και θα τα δελεάσουν να γνωρίσουν το έργο τους. Ζούμε σε μια αντιποιητική εποχή, θεωρώ, σε μια εποχή που οι επιστήμες του ανθρώπου έχουν χάσει μεγάλο μέρος του κύρους και της επιδραστικότητάς τους. Και πραγματικά δεν έχω λόγια για να εκφράσω πόσο διαφωνώ με αυτό: αυτού του είδους η καλλιέργεια που προσφέρουν οι πνευματικές αναζητήσεις, είτε έρχονται μέσω της επαφής με τη πεζογραφία, την ποίηση, τον λόγο, είτε μέσω της ενασχόλησης με τις ανθρωπιστικές επιστήμες, είναι η μόνη που μπορεί να μας βοηθήσει να βρούμε τον δρόμο μας ως άνθρωποι μέσα σε αυτό τον ζόφο που ζούμε.
https://ikarosbooks.gr/1179-onoma-moy-einai-giorgos-seferis.html
https://ikarosbooks.gr/1178-onoma-moy-einai-kp-kabafis.html
Κυκλοφορούν ήδη οι δυο πρώτοι τίτλοι με τον Κ.Π. Καβάφη και τον Γιώργο Σεφέρη. Υπήρχαν κάποιες προκλήσεις που αντιμετωπίσατε κατά τη διάρκεια της μελέτης;
Η άπειρη βιβλιογραφία! Οι πολυάριθμες και τόσο διαφορετικές προσεγγίσεις στο έργο τους. Η επιλογή, ανάμεσα σε τόσο μεγάλο όγκο πληροφοριών. Και βέβαια, η απλοποίηση, ώστε να απευθύνονται τα βιβλία και σε παιδιά.
Μιλήστε μας για τη δομή της σειράς.
Κάθε ποιητής παρουσιάζεται μέσα από τέσσερα μέρη: ο Άνθρωπος, ο Κόσμος, το Έργο και η Κληρονομιά. Στο πρώτο μέρος περιγράφεται η ανθρώπινη πλευρά του, τα βιογραφικά στοιχεία, οι συγκυρίες της ζωής από τα παιδικά χρόνια έως τον ενήλικο βίο και το τέλος του. Στο δεύτερο, παρουσιάζεται το περιβάλλον μέσα στο οποίο δημιούργησε, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, η κριτική υποδοχή που γνώρισε το έργο του. Στο τρίτο, παρατίθεται η εργογραφία του, αναλύονται τα γενικά και τα ειδικά χαρακτηριστικά του λόγου του, ποσοτικοποιούνται οι αγαπημένες του λέξεις. Τέλος, στην Κληρονομιά, έπειτα από μια κλεφτή ματιά στο συγγραφικό του εργαστήρι και μια επισκόπηση κάποιων αγαπημένων στίχων του που πετούν σαν πουλιά στον ουρανό στα «έπεα πτερόεντα», ακολουθεί μια ξεχωριστή περίπτωση, που συνήθως είναι ενδεικτική κάποιου στοιχείου του χαρακτήρα του ή της ποιητικής του ιδιοφυΐας. Τα βιβλία κλείνουν με τον αντίκτυπο του έργου, τη διάχυσή του στο εξωτερικό, τα δώρα δηλαδή που αφήνει πίσω του για εμάς κάθε πνευματικός άνθρωπος όταν φεύγει από τη ζωή, και πώς αυτά μεταπλάθονται από μεταγενέστερους ή σύγχρονους δημιουργούς σε κάτι νέο.
Τι είναι για εσάς ο Κ. Π. Καβάφης και ποιος είναι ο αγαπημένος σας στίχος ;
Ο Κ. Π. Καβάφης κατέχει ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου. Είναι ο πρώτος που με έφερε κοντά στην ποίηση, που με έκανε να την αγαπήσω. Θεωρώ πως είναι ένας παγκόσμιος ποιητής, εξαιρετικά επιδραστικός, και αυτό αποδεικνύεται από την απίστευτη διάχυση του έργου του σε όλο τον κόσμο, από τα αμέτρητα νέα έργα που εμπνέονται και εφορμούν από αυτό. Παραθέτω έναν αγαπημένο στίχο, από το ποίημα «Ιθάκη»:
Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξίδι.
Ποιο ποίημα του Γιώργου Σεφέρη θα ξεχωρίζατε και γιατί;
Αγαπώ πάρα πολύ πολλά ποιήματα του νομπελίστα μας ποιητή. Πώς να επιλέξει κανείς ένα; Δίχως να το πολυσκεφτώ, θα πω πως πρώτο στο μυαλό μου έρχεται το Μυθιστόρημα, μάλλον γιατί έχω συνδεθεί βαθιά μαζί του από μικρή ηλικία. Ίσως λοιπόν το «Αστυάναξ»:
Τώρα που θα φύγεις πάρε μαζί σου και το παιδί
που είδε το φως κάτω από εκείνο το πλατάνι,
μια μέρα που αντηχούσαν σάλπιγγες κι έλαμπαν όπλα
και τ’ άλογα ιδρωμένα σκύβανε ν’ αγγίξουν
την πράσινη επιφάνεια του νερού
στη γούρνα με τα υγρά τους τα ρουθούνια.
Οι ελιές με τις ρυτίδες των γονιών μας
τα βράχια με τη γνώση των γονιών μας
και το αίμα του αδερφού μας ζωντανό στο χώμα
ήτανε μια γερή χαρά μια πλούσια τάξη
για τις ψυχές που γνώριζαν την προσευχή τους.
Τώρα που θα φύγεις, τώρα που η μέρα της πληρωμής
χαράζει, τώρα που κανείς δεν ξέρει
ποιόν θα σκοτώσει και πώς θα τελειώσει,
πάρε μαζί σου το παιδί που είδε το φως
κάτω απ’ τα φύλλα εκείνου του πλατάνου
και μάθε του να μελετά τα δέντρα.
Αξιόλογη είναι και η εικονογράφηση της Αγγελικής Μπόζου. Φαίνεται πως υπηρετεί το κείμενο μέσα από μια μοντέρνα πινελιά.
Η ματιά της Αγγελικής είναι μοναδική και ταίριαξε απόλυτα, θεωρώ, με αυτό που είχαμε στο κεφάλι μας όταν σχεδιάζαμε τη σειρά. Είμαι πολύ περήφανος που οι λέξεις μας, οι δικές μου και του Νίκου Μαθιουδάκη, σε συνδυασμό με τα αποσπάσματα του λόγου και της ποίησης των δημιουργών, της ενέπνευσαν ένα αισθητικό έργο τέτοιας αξίας. Ανυπομονώ να δω τις εικόνες της για τους δύο επόμενους τίτλους που θα κυκλοφορήσουν μέσα στο 2024, για την Κική Δημουλά και τον Νίκο Καρούζο.
Τι σας κάνει να χαμογελάτε;
Η οικογένειά μου, τα παιδιά, τα δέντρα και τα λουλούδια, τα ζώα και τα πουλιά, οι φίλοι μου, και αρκετά συχνά οι άγνωστοι άνθρωποι γύρω μου, που δεν σταματάνε να με εκπλήσσουν.
Ο Μάνος Μπονάνος γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε ιστορία και αρχαιολογία στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, παρακολούθησε μεταπτυχιακά μαθήματα φιλοσοφίας, κοινωνιολογίας και γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο της Γλασκόβης (Σκοτία), και ειδικεύτηκε στη δημιουργική γραφή, ολοκληρώνοντας το ομώνυμο πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Γράφει διηγήματα, και βιβλία για παιδιά. Τα τελευταία χρόνια εργάζεται ως επιμελητής εκδόσεων και μεταφραστής.