Τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος: Ο οίκος Γλύξμπουργκ και η διαδοχή στον θρόνο
Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου και η φυγή στο εξωτερικό
«Έφυγε» από τη ζωή σε ηλικία 82 ετών ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος, πρώην βασιλιάς της Ελλάδας μέχρι το ελληνικό δημοψήφισμα του 1974.
Τέως βασιλιάς: Η τελευταία του εμφάνιση και τα προβλήματα υγείας
Ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος γεννήθηκε στις 2 Ιουνίου 1940 στην Αθήνα. Γονείς του ήταν ο πρίγκιπας Παύλος της Ελλάδας, αδελφός και διάδοχος του βασιλιά της Ελλάδας Γεωργίου Β΄, και η πριγκίπισσα της Ελλάδας, του Αννοβέρου, της Μεγάλης Βρετανίας και της Ιρλανδίας, Φρειδερίκη.
Θάνατος τέως βασιλιά: Η κυβέρνηση αποφασίζει για την κηδεία του
Ήταν ένα από τα εκ πατρός μέλη της δυναστείας Γκλύξμπουργκ, μαζί με τη βασίλισσα Μαργαρίτα Β΄ της Δανίας, τον Χάραλντ Ε΄ της Νορβηγίας, τη Βασίλισσα Σοφία της Ισπανίας και τον βασιλιά Κάρολο Γ' του Ηνωμένου Βασιλείου.
Τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος: Ο Οίκος του Γκλύξμπουργκ και η άνοδος στον θρόνο
Ο Οίκος του Γκλύξμπουργκ είναι ένας δανογερμανικός κλάδος του Οίκου του Όλντενμπουργκ, μέλη του οποίου βασιλεύουν ή έχουν βασιλεύσει κατά καιρούς στη Δανία, τη Νορβηγία, την Ελλάδα και αρκετά βόρεια Γερμανικά κράτη.
Η οικογένεια πήρε το όνομα της από τo Γκλύξμπουργκ (Glücksburg), μια μικρή παραλιακή πόλη στη νότια, γερμανική πλευρά του φιόρδ του Φλένσμπουργκ, που χωρίζει τη Γερμανία από τη Δανία, πίσω στο μακρινό 1460.
Στην Ελλάδα, ο οίκος Γκλύξμπουργκ ήρθε το 1863, όταν ο Πρίγκιπας Γουλιέλμος της Δανίας με το όνομα Γεώργιος Α΄εκλέχτηκε Βασιλιάς των Ελλήνων, μετά από υπόδειξη των Μεγάλων Δυνάμεων της Ευρώπης. Ήταν νεώτερος γιος του Βασιλιά Χριστιανού Θ΄ της Δανίας.
Πώς ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος ανέλαβε βασιλικά καθήκοντα
Ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος ανέλαβε καθήκοντα βασιλιά της Ελλάδας σε ηλικία 24 ετών, στις 6 Μαρτίου 1964, όταν ο πατέρας του, ο βασιλιάς Παύλος
Λίγες ημέρες πριν, στις 20 Φεβρουαρίου 1964, ο βασιλιάς Παύλος, εξαιτίας της επιδείνωσης της υγείας του, εξέδωσε διάταγμα σύμφωνα με το οποίο μετέφερε τις εξουσίες του στο διάδοχο Κωνσταντίνο, ο οποίος γινόταν πλέον Αντιβασιλέας της Ελλάδας. Κατά τη διάρκεια της σύντομης αντιβασιλείας, ο Κωνσταντίνος περιορίστηκε στην υπογραφή διαταγμάτων και νομοθετημάτων, όπως ο διορισμός και η αποδοχή παραιτήσεων κυβερνητικών μελών.
Μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, αν και δημοφιλής, θεωρήθηκε νέος, άπειρος και ευρισκόμενος υπό την ισχυρή επιρροή της μητέρας του βασίλισσας Φρειδερίκης.
Η πολιτική κατάσταση την περίοδο της βασιλείας του Κωνσταντίνου ήταν ιδιαίτερα πολωμένη μεταξύ του πρωθυπουργού και αρχηγού της Ενώσεως Κέντρου Γεωργίου Παπανδρέου και του αρχηγού της Ε.Ρ.Ε. Παναγιώτη Κανελλόπουλου, ο οποίος ουσιαστικά υποκαθιστούσε τον αυτοεξόριστο ιδρυτή του κόμματος Κωνσταντίνο Καραμανλή.
Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος κράτησε τον τίτλο του έως το 1973, οπότε με δημοψήφισμα καταργήθηκε η μοναρχία και κηρύχθηκε έκπτωτη η δυναστεία.
Τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος: Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου
Τη νύχτα της 20ης προς 21η Απριλίου 1967 εκδηλώθηκε το στρατιωτικό πραξικόπημα. Η αναποφασιστικότητα του Κωνσταντίνου τη νύχτα του πραξικοπήματος αντικατοπτρίζεται στις τηλεφωνικές συνομιλίες του από τα θερινά Ανάκτορα του Τατοΐου, όπου διέμενε.
Στις 2.30, ξύπνησε από το τηλεφώνημα του Αθανασίου Σπανίδη, απόστρατου ναυάρχου, ο οποίος βρισκόταν στο ναύσταθμο της Σαλαμίνας. Ο Σπανίδης, αφού ενημέρωσε τον Βασιλιά για τα γεγονότα, εισηγήθηκε απόπλου του στόλου για την Κρήτη και το σχηματισμό εκεί νόμιμης κυβέρνησης. Στη συνέχεια τηλεφώνησε στον Κωνσταντίνο ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως, Γεώργιος Ράλλης, από το κέντρο Αμέσου Δράσεως της Χωροφυλακής, στο Μαρούσι.
Και αυτός με τη σειρά του εισηγήθηκε να μετακινηθούν από την επαρχία νομιμόφρονες στρατιωτικές δυνάμεις κυρίως της αεροπορίας, όπου οι κινηματίες δεν είχαν ερείσματα, όσο υπήρχε ακόμη χρόνος. Και στις δύο περιπτώσεις ήταν κατηγορηματικά αντίθετος, θέλοντας να αποφύγει την αιματοχυσία και να μάθει τα κίνητρα των πραξικοπηματιών. Η απόφασή του έχει κατακριθεί καθώς έχει υποστηριχθεί ότι ενδεχόμενη άρνησή του να συναινέσει, θα δημιουργούσε σημαντικό πρόβλημα νομιμοποίησης στους Συνταγματάρχες.
Έτσι, όταν στις 5.30 το πρωί δέχτηκε τους επικεφαλής, Γεώργιο Παπαδόπουλο, Στυλιανό Παττακό και Νικόλαο Μακαρέζο, οι συνομιλίες του ήταν διαπραγματευτικού χαρακτήρα και περιορίστηκαν στη σύνθεση της νέας δικτατορικής κυβέρνησης, γνωστής ως η Χούντα των Συνταγματαρχών.
Ο Κωνσταντίνος, ακολούθησε τη συμβουλή του τρίτου συνομιλητή του, Σπύρου Μαρκεζίνη, αρχηγού ενός μικρού συντηρητικού κόμματος, να επιδιώξει τη συνδιαλλαγή μαζί τους. Ο ίδιος σε μεταγενέστερη συνέντευξή του ανέφερε ότι προσπάθησε να δηλώσει την αντίθεσή του προς αυτούς, όταν κατά τη φωτογράφιση της «επαναστατικής» κυβέρνησης, φωτογραφήθηκε μαζί τους σκυθρωπός, αντί για χαμογελαστός ως συνήθως. Κάτι που δεν πέτυχε, όπως παραδέχθηκε ο ίδιος χρόνια μετά.
Καθ΄όλη τη διάρκεια της δικτατορίας υπήρχε συνέχεια επικοινωνία μεταξύ Συνταγματαρχών και Παλατιού. Ο χουντικός Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Κοτσώνης υπήρξε ένας από τους πολλούς μεσολαβητές μεταξύ του τότε βασιλιά και της ηγεσίας της χούντας και μάλιστα ήταν εκείνος που διαβίβαζε τα προσωπικά μηνύματα του Παπαδόπουλου και δεχόταν τις απαντήσεις του Κωνσταντίνου.
Η φυγή του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου στο εξωτερικό
Στις 13 Δεκεμβρίου ο βασιλιάς συνοδευόμενος από μέλη της οικογένειάς του και τον Πρωθυπουργό Κ. Κόλλια, αποπειράθηκε Αντικίνημα, το οποίο απέτυχε.
Ο Κωνσταντίνος θέλοντας να αποφύγει την αιματοχυσία και την αποδιοργάνωση των Ενόπλων Δυνάμεων σε περίοδο κρίσης με την Τουρκία εγκατέλειψε την προσπάθεια και αναχώρησε, μαζί με όσους τον συνόδευαν, στη Ρώμη. Αμέσως μετά ο Παπαδόπουλος ανέλαβε Πρωθυπουργός, διορίζοντας το στρατηγό Γεώργιο Ζωιτάκη Αντιβασιλέα.
Αφού εγκατέλειψε την Ελλάδα, ο Κωνσταντίνος θέλησε αρχικά να αποστασιοποιηθεί από τους συνταγματάρχες. Δήλωνε επανειλημμένως ότι πλαστογράφησαν την υπογραφή του και ότι τον εκβίαζαν απειλώντας τον για τη ζωή των μελών της οικογένειάς του.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι η αρχική δυσφορία του Κωνσταντίνου προς τους πραξικοπηματίες, οφειλόταν στο γεγονός ότι εμπόδισαν την πραγματοποίηση άλλου πραξικοπήματος, σχεδιασμένου να εκτελεστεί από τους στρατηγούς και στο οποίο ο Κωνσταντίνος θα είχε μεγαλύτερο έλεγχο.
Από την άλλη μεριά, εξακολούθησε να εισπράττει τη βασιλική επιχορήγηση έως το 1973, οπότε με δημοψήφισμα καταργήθηκε η μοναρχία.
Το δημοψήφισμα του 1974 και η πτώση της μοναρχίας
Μέχρι το 1973 είχε αυξηθεί η αντίδραση του λαού προς το στρατιωτικό καθεστώς. Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Βραδυνή» ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δήλωνε ότι μόνη λύση είναι η επιστροφή του Κωνσταντίνου στην Ελλάδα, η ανάθεση σχηματισμού της κυβέρνησης σε πολιτικούς και προκήρυξη εκλογών.
Την ίδια εποχή, τέλη Μαΐου, ανώτεροι αξιωματικοί τού κατά ένα μεγάλο μέρος φιλοβασιλικού Ελληνικού Ναυτικού οργάνωσαν το Κίνημα του Ναυτικού, στο οποίο δεν αναμείχθηκε ο Κωνσταντίνος. Ο Παπαδόπουλος εκδικούμενος προέβη στην ανακήρυξη της Ελλάδας σε «Προεδρική Δημοκρατία» την 1 Ιουνίου 1973, απόφαση που επιβεβαιώθηκε από ένα δημοψήφισμα τον Ιούλιο. Πριν το δημοψήφισμα εκδηλώθηκε μεγάλη εκστρατεία της δικτατορίας υπέρ του ΝΑΙ (εναντίον δηλαδή της μοναρχίας). Αυτό το δημοψήφισμα δεν αναγνωρίστηκε από κανένα πολιτικό κόμμα.
Την 1η Ιουνίου 1973 έπαψε και τυπικά ο Κωνσταντίνος να είναι βασιλιάς της Ελλάδας. Οι πολιτικοί δεν αναγνώρισαν την αλλαγή του πολιτεύματος και δήλωσαν, με σύμφωνη γνώμη του Κωνσταντίνου, τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τη μορφή του πολιτεύματος, όταν αποκατασταθεί η Δημοκρατία στην Ελλάδα.