Ήταν βράδυ της 5ης Αυγούστου του 1953 όταν στο Μικρό Καβούρι ακούστηκαν τέσσερις πυροβολισμοί και γυναικεία ουρλιαχτά. Ένας άνδρας κείτεται νεκρός, ενώ η σύντροφός του είναι βαριά τραυματισμένη. Έξι μέρες πριν, στην ίδια περιοχή, ένα ακόμη ζευγάρι είχε δεχτεί επίθεση με αυτοσχέδια χειροβομβίδα, με αποτέλεσμα τα ΜΜΕ να κάνουν λόγο πλέον για τον «Δράκο» που σπέρνει τον τρόμο τα βράδια στην περιοχή της Βουλιαγμένης.
Η αληθινή ιστορία του «Iceman» που σκότωσε 200 ανθρώπους
Οι αστυνομικές αρχές βρίσκονταν σε αδιέξοδο, αφού δεν υπήρχαν αρκετά στοιχεία που θα οδηγούσαν στη σύλληψη του δράστη και οι μαρτυρίες των θυμάτων δεν είχαν δώσει αρκετά στοιχεία στην αστυνομία, ώστε να καταφέρει να καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα. Η βοήθεια για την ανέυρεσή του ήρθε, εν τέλει, εκεί που δεν το περίμενε κανείς, όταν το μέντιουμ Ελένη Κικίδου, επισκέφθηκε τον τόπο του εγκλήματος, δίνοντας σημαντικές πληροφορίες στους αστυνομικούς, οι οποίοι κατάφεραν έπειτα να λύσουν το κουβάρι του μυστηρίου και να βρουν τον εγκληματία.
Φωτογραφία: facebook.com
«Δράκος της Βουλιαγμένης»: Το μέντιουμ που βοήθησε στη σύλληψη του δράστη
Έπειτα από κατάθεση της Μαναβάκη, της κοπέλας που είχε δεχτεί με τον σύντροφό της την επίθεση από τον αδίστακτο κακοποιό, η οποία έπειτα από αρκετές μέρες στο νοσοκομείο κατάφερε να αναρρρώσει, η αστυνομία δεν είχε ακόμα αρκετά στοιχεία, αφού δεν είχε δει καλά τον δράστη. Για το μόνο που ήταν σίγουρη ήταν ότι ο δράστης έκλεψε την τσάντα της και το ρολόι του συντρόφου της και ότι τους πυροβόλησε από πολύ κοντινή απόσταση. Αφού αφουγκράστηκε τον Δέγλερη και της είπε ότι η καρδιά του χτυπούσε ακόμα, την πλησίασε με τρόπο που φαινόταν ότι ήθελε να της παράσχει βοήθεια.
Τα ΜΜΕ της εποχής ασχολούνταν για μήνες με τον κακοποιό που επιτίθονταν σε νεαρά ζευγάρια. Μάλιστα, ένας πανέξυπνος δημοσιογράφος, ο Θεόδωρος Δράκος, ανακοίνωσε μέσα από την εφημερίδα «Ακρόπολις» ότι το πιο γνωστό μέντιουμ της εποχής, η Ελένη Κικίδου, θα μπορούσε να βοηθήσει στις έρευνες υποδεικνύοντας τον δράστη.
Ο δημοσιογράφος ήταν εξαιρετικά επίμονος και κατάφερε να πείσει την Κικίδου να παραστεί στον τόπο του εγκλήματος με εκείνον παρόντα.
Φωτογραφία: facebook.com
Η 16χρονη δολοφόνος με το αγγελικό πρόσωπο - Άνοιξε πυρ σε δημοτικό σχολείο
Το «πείραμα της διοράσεως» που έστειλε τον δράστη στο απόσπασμα
Το μέντιουμ βρισκόμενο σε κατάσταση ύπνωσης «είδε» διάφορα πράγματα και περιέγραψε στους παρευρισκόμενους τη σκηνή του φόνου, καθώς και τη μορφή του δράστη. Το «πείραμα της διοράσεως», όπως το αποκάλεσαν τότε, είχε αρκετά μεγάλη επιτυχία, καθώς η Κικίδου με έναν πολύ παράξενο τρόπο έδωσε νέα ώθηση στις αστυνομικές έρευνες.
Στο στόχαστρο των νέων ερευνών μπήκαν πλέον οι ηδονοβλεψίες της Βουλιαγμένης, οι «μπανιστές», όπως τους έλεγαν τα ΜΜΕ της εποχής. Ανακρίθηκαν δύο από αυτούς, οι οποίοι αρνήθηκαν κάθε ανάμιξη με το περιστατικό, παρόλα αυτά ονόμασαν ένα τρίτο πρόσωπο, το οποίο κέντρισε το ενδιαφέρον των αστυνομικών. Το άτομο αυτό ήταν ο 25χρονος Μιχάλης Στεφανόπουλος, γιος κρεοπώλη, ο οποίος είχε απολυθεί 4 μήνες πριν από τον στρατό.
Στα χαρακτηριστικά του οι αρχές βρήκαν στοιχεία που τους είχε δώσει το μέντιουμ, όπως μία ουλή στο πρόσωπο, η οποία είχε προκύψει από εγχείρηση για μία οδοντιατρική επέμβαση (στην πιάτσα είχε το παρατσούκλι «ο Μιχάλης ο Σημαδεμένος»). Στις 2 Σεπτεμβρίου του 1953 γίνεται η επίσημη προσαγωγή του για ανάκριση κι εκεί προκύπτουν δύο πολύ σημαντικά στοιχεία που οδήγησαν μετέπειτα στη σύλληψή του. Στο χέρι του φορούσε το το ρολόι του Δέγλερη, ενώ τα παπούτσια του άνηκαν στον άνδρα που είχε δεχθεί μαζί με τη σύντροφό του την άλλη επίθεση με τις χειροβομβίδες.
Έπειτα από πίεση των αστυνομικών, ο δράστης «σπάει» και παραδέχεται τα πάντα. Είπε ότι το πάθος του τον τύφλωσε και πως δεν θυμόταν γιατί σήκωσε το όπλο και πυροβόλησε. Όταν κατάλαβε τι είχε κάνει, έσπευσε να εξαφανιστεί επιστρέφοντας στο σπίτι του.
Φωτογραφία: facebook.com
Η σύλληψη και η δίκη του Μιχάλη Στεφανόπουλου, του «Δράκου της Βουλιαγμένης»
Ο δράστης συνελήφθη στις 2 Σεπτεμβρίου στο σπίτι του στον Λυκαβηττό. Οι ειδικοί της εποχής μιλούν για μια εγκληματική προσωπικότητα με διεστραμμένη σεξουαλική ανάγκη, χωρίς όμως να έχει το ακαταλόγιστο.
Η δίκη έγινε τον Μάρτιο του 1954 στην Αθήνα, με πλήθος κόσμου να παρακολουθεί στην κατάμεστη αίθουσα. Ο δράστης αναφέρθηκε στα παιδικά του χρόνια, τα οποία ήταν εξαιρετικά δύσκολα, με γονείς χωρισμένους και κανένα ενδιαφέρον για το σχολείο του. Απέδωσε τη διαστροφική του έΛξη σε μια μεγάλη ερωτική απογοήτευση που είχε λίγα χρόνια πριν, όταν τον εγκατέλειψε η κοπέλα με την οποία ήταν τρελά ερωτευμένος.
Παρά τις προσπάθειες της υπεράσπισης να του αναγνωριστεί το ελαφρυντικό ότι δεν είχε συναίσθηση των πράξεών του, το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο χωρίς κανένα ελαφρυντικό και τον καταδίκασε εις θάνατον για τον φόνο και 24 χρόνια για τρεις απόπειρες.
Έτσι, στις 10 Αυγούστου του 1954, αφού ζήτησε να του λύσουν τα χέρια και να του δέσουν τα μάτια, στάθηκε μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα στην περιοχή Τούρλος της Αίγινας.