To πρόβλημα δεν είναι οι νόμοι, είναι η εφαρμογή τους

Φωτογραφια αρθρογραφου

Το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;» της μεταπολίτευσης, μετεξελιχθέν σε αυτογνωστικό «ξέρεις ποιος είναι αυτός;»

Κάθαρση. Αυστηροποίηση ποινών. Σαφείς κανόνες.

Το γνωστό… τρίπτυχο ήρθε και πάλι στην επικαιρότητα μετά τα όσα συνέβησαν στην Τούμπα και ειδικά την εισβολή του Ιβάν Σαββίδη με όπλο στο γήπεδο, που έγινε η αιτία για να φιγουράρει για μία ακόμη φορά η Ελλάδα στα ξένα μέσα ως τριτοκοσμική χώρα, η χώρα της ανομίας και του «χύμα».

«Λογικό δεν είναι; Πιάσαμε πάτο» θα αναρωτηθεί κανείς. Ότι πιάσαμε πάτο (ή είμαστε πολύ κοντά σε αυτόν) είναι σίγουρο. Για το αν είναι λογικό, επιτρέψτε μου να αμφιβάλλω. Όχι για να θέσω εν αμφιβόλω την πρόθεση της κυβέρνησης να μπει ένα φρένο στην κατρακύλα αλλά ως κριτική και σε αυτήν αλλά και στις προηγούμενες κυβερνήσεις, είτε θέλησαν είτε όχι να κάνουν εξυγίανση στο ποδόσφαιρο (ή ακόμη και γενικότερης φύσεως).

Το πρόβλημα δεν είναι οι νόμοι. Υπάρχουν. Για την ακρίβεια, η Ελλάδα πάσχει από πολυνομία που δυσκολεύει εν τέλει και την ορθή απονομή δικαιοσύνης. Εξάλλου, αν μεμονωμένα το απαιτήσουν οι  οικονομικές, κοινωνικές ή πολιτικές μεταβολές, μπορούν σε κάθε περίπτωση να γίνουν οι όποιες προσθήκες ή αλλαγές.

Ξεκάθαρα, το θέμα είναι η εφαρμογή των νόμων. Σε όλα τα επίπεδα, αδιάκριτα και δίχως εκπτώσεις

Η κατάντια του ελληνικού ποδοσφαίρου ήρθε ως σύμπτωμα. Σύμπτωμα της νοοτροπίας που έγινε - αν όχι αποδεκτή - σιωπηρά ανεκτή όλα τα προηγούμενα χρόνια, ότι οι όλοι είναι ίσοι απέναντι στο νόμο αλλά ο νόμος δεν είναι απαραίτητα ίσος απέναντι σε όλους. Και δεν θέλουμε κιόλας! Οι δικοί μας οπαδοί, η δική μας ομάδα, ο δικός μας πρόεδρος, ο δικός μας πολιτικός... Ο δικός μας άνθρωπος, γενικά. Και το δικό μας λάθος. Απαίτηση για ισονομία, μεν, με ολίγη από υποκειμενική διάθεση, δε.

Και την ώρα που ψάχναμε εάν είναι πιο βαρύ ένα κουτάκι μπίρας ή ένα ρολό ταμειακής μηχανής, καταλήξαμε στο «ιστορικό χαμηλό» ένας πανίσχυρος επιχειρηματίας, που οπλοφορεί εντός γηπέδου, να μη νιώθει «απειλή» από τον νόμο, ενώ οι αστυνομικοί - που (θα έπρεπε να) τηρούν απαρέγκλιτα τον νόμο - να νιώθουν «απειλή», σκεπτόμενοι ότι πρέπει να τον εφαρμόσουν σε συγκεκριμένο πρόσωπο. Το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;» της μεταπολίτευσης, μετεξελιχθέν σε αυτογνωστικό «ξέρεις ποιος είναι αυτός;», ως απόρροια μιας αρρωστημένης φιλοσοφίας που άφησε ανεξίτηλο αποτύπωμα στον τρόπο σκέψης και λειτουργίας μιας κοινωνίας, που ήταν σε κρίση πολύ πριν έρθει η (οικονομική) κρίση.

Όσοι νόμοι κι αν φτιαχτούν, όσο αυστηροί κι αν είναι, αν δεν υπάρξει τυφλή, αδιάκριτη αλλά και ακριβοδίκαιη εφαρμογή τους (χωρίς αφοριστικές λογικές «πονάει χέρι, κόβει χέρι» που ρίχνουν πέλεκυ επί δικαίους και αδίκους), θα καταλήξουμε πάλι να κυνηγάμε την ουρά μας και να κάνουμε κύκλους μέχρι την επόμενη κρίση, που θα απαιτήσει «νέα κάθαρση». Και, φυσικά, η αρχή πρέπει να γίνει από εκεί που «βρωμάει» το ψάρι, το κεφάλι. Διότι χωρίς πολιτική κάλυψη ή στήριξη, δεν πρόκειται να σπάσει κανένα αυγό.

«Εις νόμος απαιτείται εις αυτήν τη χώραν, ο οποίος να επιτάσσει την εφαρμογήν όλων των υπολοίπων νόμων»*.

 

* φράση του λογοτέχνη Εμμανουήλ Ροΐδη

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Back to Top