ΕΛΣΤΑΤ: 1 στους 5 φοιτητές εργάστηκε κατά τη διάρκεια των σπουδών του

Τι δείχνουν τα αποτελέσματα ειδικής έρευνας για τη θέση των νέων στην αγορά εργασίας

1 στους 5 φοιτητές εργάστηκε κατά τη διάρκεια των σπουδών

Περίπου ένα στα πέντε άτομα εργάστηκε κατά τη διάρκεια των σπουδών του, σύμφωνα με τα αποτελέσματα ειδικής έρευνας της ΕΛΣΤΑΤ για τη θέση των νέων στην αγορά εργασίας.

Ανάμεσα στα σημαντικότερα συμπεράσματα της έρευνας είναι ότι:

Οι κύριοι λόγοι που οι ερωτώμενοι δε συνέχισαν τις σπουδές τους είναι, είτε επειδή θεωρούσαν το επίπεδο σπουδών τους ικανοποιητικό είτε επειδή ήθελαν να εργαστούν.

Το ποσοστό των ατόμων που είχαν υποστήριξη από τον ΟΑΕΔ ή κάποιο άλλο δημόσιο οργανισμό για να βρουν εργασία ήταν 2,4%.

Τα περισσότερα άτομα βρήκαν εργασία μέσω συγγενών, φίλων ή γνωστών.

Στην πλειονότητά τους οι ερωτώμενοι δήλωσαν ότι η εκπαίδευση που έχουν ολοκληρώσει τους βοηθά στα εργασιακά τους καθήκοντα.

Περισσότεροι από τους μισούς ανέργους δήλωσαν διατεθειμένοι να αλλάξουν τόπο κατοικίας, προκειμένου να αναλάβουν εργασία. Ωστόσο, το ποσοστό των απασχολούμενων που πραγματικά χρειάστηκε να το κάνουν ήταν 5,4%.

Εργασιακή εμπειρία κατά τη διάρκεια των σπουδών

Περίπου ένας στους πέντε ερωτωμένους δηλώνει ότι εργάστηκε κατά τη διάρκεια των σπουδών του.

Οι άνδρες έχουν ελαφρύ προβάδισμα έναντι των γυναικών, ενώ τα ποσοστά είναι σημαντικά υψηλότερα για τα άτομα ελληνικής υπηκοότητας, τους τώρα απασχολουμένους, τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας και τα άτομα ανώτερου επιπέδου εκπαίδευσης.

Γενικά, η αμειβόμενη εργασία αναφέρεται συχνότερα από τη μη αμειβόμενη, ενώ περίπου τα μισά από τα άτομα που εργάστηκαν είχαν μόνο αμειβόμενη εργασία.

Το υψηλότερο ποσοστό ατόμων με αμειβόμενη εργασιακή εμπειρία εντοπίζεται στους απασχολουμένους και στα άτομα με υψηλό μορφωτικό επίπεδο.

Περισσότερο συχνά αναφέρεται εργασία που δεν αποτελούσε μέρος του εκπαιδευτικού προγράμματος. Η εργασία στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού προγράμματος αφορά, κατά κανόνα, σε υποχρεωτική μαθητεία ή άσκηση στο επάγγελμα.

Κυριότερος λόγος μη συνέχισης σπουδών

Στην πλειονότητά τους οι ερευνώμενοι δηλώνουν ότι δε συνέχισαν τις σπουδές τους, είτε επειδή θεωρούσαν το τότε επίπεδο σπουδών τους ικανοποιητικό (36,4%) είτε επειδή ήθελαν να εργαστούν (28,2%).

Λιγότεροι (13,2%) αναφέρουν ότι δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στον βαθμό δυσκολίας ενός ανώτερου επιπέδου σπουδών, ενώ το 5,0% αναφέρει το υψηλό κόστος σπουδών. Οι άλλοι λόγοι περιλαμβάνουν οικογενειακούς λόγους, λόγους υγείας κλπ.

Συνέχιση σπουδών (με ξεκίνημα άλλου προγράμματος σπουδών επίσημης εκπαίδευσης)

Το ποσοστό των ατόμων που δηλώνουν ότι ξεκίνησαν κάποιο άλλο πρόγραμμα σπουδών μετά την ολοκλήρωση του υψηλότερου επιπέδου σπουδών τους είναι ιδιαίτερα μικρό (3,4%). Υψηλότερα ποσοστά εμφανίζονται στις μικρότερες ηλικίες και κυρίως στα άτομα με πρωτοβάθμια εκπαίδευση.

Υποστήριξη από τον ΟΑΕΔ ή άλλο δημόσιο οργανισμό για εύρεση εργασίας τους 12 τελευταίους μήνες

Από τα άτομα που ξεκίνησαν να εργάζονται τους τελευταίους 12 μήνες, το 6% αναφέρει ότι δέχθηκε κάποια υποστήριξη από τον ΟΑΕΔ ή κάποιο άλλο δημόσιο οργανισμό για να βρει εργασία τους τελευταίους 12 μήνες. Ο πιο συνηθισμένος τρόπος υποστήριξης αφορά σε συμβουλευτικές υπηρεσίες (διαδικασία αίτησης για εργασία, εύρεση κενών θέσεων εργασίας, ευκαιρίες εκπαίδευσης και κατάρτισης). Σε μικρότερο βαθμό αναφέρονται προγράμματα απασχόλησης ή εκπαίδευσης.

Το 16,4% αναφέρει ότι δεν του χρησίμευσε κανένα είδος υποστήριξης.

 

 

Follow us:

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Back to Top